Φόβος και παράνοια στη ΝΙτοπία Last Part

Day 1,361, 07:37 Published in Greece Greece by Bufo N

….Άρχισα να περιφέρομαι στο δάσος, καθώς δεν είχα ιδέα που βρισκόμουν. Αυτό που είδα την επόμενη μέρα όμως δε θα το ξεχάσω ποτέ...

Βρέθηκα για ακόμα μία φορά στο στρατόπεδο των Νιπποτών. Αυτή τη φορά όμως ήταν περισσότεροι εκεί από κάθε άλλη φορά, και κάτι ετοιμάζαν. Ένας απ’ αυτούς καθόταν μπροστά σε ένα κάστρο σαν αυτά που βρίσκουμε στη Μάνη, κι έτριβε τα χέρια του. Κάποιος άλλος έτριβε μανιωδώς το σιδερένιο όπλο του, ενώ παραδίπλα στεκόταν ένας τρίτος, ίδιος ο Tony Montana, με το αυτόματο του. Προχώρησα λίγο παρακάτω, και κρύφτηκα στην κουφάλα ενός δέντρου. Απέναντι μου είχα τώρα έναν τύπο που κρατούσε ένα κόκκινο μανιτάρι με άσπρες βούλες, σαν αυτά που έμεναν τα στρουμφάκια, και ορκιζόταν ότι είναι πυρηνικό και πως αν το πετάξει θα γίνει πανικός. Θα ‘χει φάει κάνα κομμάτι, σκέφτηκα.

Σε λίγο πέρασαν από μπροστά μου δύο ΝΙ, ο ένας εκ των οποίων μάζευε από κάτω παλιά νομίσματα, μάλλον για πολεμοφόδια, ενώ ο άλλος, τρίβοντας τα χέρια του , έλεγε συνεχώς “θα σας φτιάξω εγώ...Θα δείτε τι θα πάθετε...”. Ο μόνος που φαινόταν ήρεμος, ήταν ένας ΝΙ που την είχε πέσει πιο κάτω και άκουγε Miles Davis.

Λίγο πριν ξεκινήσει το σκηνικό, ήρθε κι ένας ακόμα ΝΙ, τον οποίο αναγνώρισα. Πρέπει να ήταν από τους πιο ατρόμητους, γιατί το όνομά του το χρησιμοποιούσε συνεχώς ο rl ηγέτης της Ελλάδας, ο Βασίλης Λεβέντης, όταν εξαπέλυε απειλές στους εχθρούς του. “Καρκίνος, Καρκίνος. Μούργα...” ήταν τα χαρακτηριστικά του λόγια.

Ο πανικός ξεκίνησε εντελώς ξαφνικά. Άρχισαν να τρέχουν όλοι και φώναζαν “NI NI NI NI NI NI NI NI NI NI NI” και “NIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIII” ενώ απ’ την άλλη μεριά ακουγόταν “ΜΙ ΜΙ ΜΙ ΜΙ ΜΙ ΜΙ ΜΙ ΜΙ” και “ΜΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ”. Πρόκειται για μάχη μεταξύ φυλών. Σκέφτηκα. Οι Ιππότες που λένε ΝΙ πολεμάνε με τους Ιππότες που λένε ΜΙ.



Για μια ακόμα φορά είχα πέσει έξω. Όταν αποφάσισα να πλησιάσω, κατάλαβα. Τα ΝΙ ακουγόντουσαν ακόμα, αλλά τα ΜΙ είχαν μετατραπεί σε “Aχχχχχ,Ωχχχχχ” και καμιά φορά ”Μη ρε παιδιά, σας παρακαλώ, Μη".
Οι ΝΙ δε φαινόταν να δίνουν σημασία στα παρακάλια των αντιπάλων τους και συνέχιζαν να βαράνε μανιασμένα. Μια φωνή ακούστηκε δίπλα μου “Καλα ρε συ, Πλάκα με κάνεις? Αυτό που βαράς δεν είναι εχθρός, είναι η μηχανή του κιμά. Τόσο μπούφος είσαι πια...”. Σιγά, σιγά άρχισαν να προχωρούν συνεχίζοντας τις μπούφλες αριστερά και δεξιά. Αποφάσισα να μην τους ακολουθήσω.

Πήγα στην κουφάλα του δέντρου και κοιμήθηκα. Όταν ξύπνησα, είδα μέσα απ’ την κουφάλα δύο Νιππότες που έμοιαζαν να βρίσκονται σε έκσταση. Ο ένας είχε μια περίεργη αύρα που τον έκανε να μοιάζει με φάντασμα, ενώ η στολή του ήταν πορτοκαλί, και η περικεφαλαία του έμοιαζε με κουκούλα και κάλυπτε όλο το πρόσωπό του. Αποφάσισα να πλησιάσω . Ο τύπος δε μου έδωσε καμιά σημασία. Ήταν σα να του χε έρθει επιφοίτηση και έγραφε μανιασμένα σε ένα χαρτί.
Πλησίασα τον δεύτερο Νιππότη. Αυτός έμοιαζε εντυπωσιακά με τον πατέρα ενός μεγάλου Έλληνα στρατηλάτη απ’ την βόρεια Ελλάδα, αλλά στο πολύ πιο διεστραμμένο του. Και αυτός δεν μου έδωσε σημασία. Συνέχισε να σχεδιάζει χάρτες στο χώμα με ένα ξυλάκι, και γελώντας σατανικά έλεγε “Θα τους την πέσουμε από δω, μετά θα γυρίσουμε πίσω, και θα την πέσουμε στους άλλους.”

Αυτό ήταν. Ήταν καιρός να φύγω. Κάτι μεγάλο ετοίμαζαν οι περίεργοι αυτοί τύποι, και δεν ήθελα να ‘μαι εδώ όταν θα ξεκινούσε. Για καλή μου τύχη, ένας από τους χάρτες που μόλις είχα δει, έδειχνε που βρίσκεται η πύλη του δάσους. Τα μόνα που είχα να κάνω τώρα ήταν να αποφύγω περαιτέρω συναντήσεις με τα περίεργα αυτά όντα, και να περάσω από τον φύλακα της πύλης του δάσους, που μου είχε πει ότι υπάρχει ο τύπος που μου έδειξε πως να μπω.



Ξεκίνησα το ταξίδι μου προς την πύλη. Ενώ όλα πήγαιναν καλά, αποφάσισα να κοιτάξω πίσω.....Τι το θελα... Ακριβώς πίσω μου ήταν ένας ΝΙππότης που έμοιαζε εκπληκτικά με έναν πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών. Μόνο που αυτός ήταν άσπρος, πιο χοντρός, και γενικά ήταν ίδιος ο Marx, ενώ στο στόμα του μασουλούσε μια μπάμια.

Άρχισα να τρέχω αλλά για κακή μου τύχη σκόνταψα πάνω σε κάτι. Γύρισα και είδα τον πελώριο τύπο να ορμάει πάνω μου. Έκλεισα τα μάτια μου. Όταν τίποτα δεν έγινε για κάποια δευτερόλεπτα, τα ξανάνοιξα. Ο τύπος είχε πάρει αγκαλιά αυτό πάνω στο οποίο είχα σκοντάψει, κι έλεγε “ΩΩΩ, ευχαριστώ φίλε. Αυτό πρέπει να ‘ναι ένα από τα πιο όμορφα shrubberies του δάσους. Τι θες για αντάλλαγμα?”

Δε μπορούσα να πιστέψω την τύχη μου. Του εξήγησα ότι το μόνο που ήθελα ήταν να φύγω, αλλά πως δε μπορούσα καθώς στην πύλη είχε έναν φρουρό που θα μου έκανε τρεις ερωτήσεις και πως αν δεν ήξερα τις απαντήσεις θα με πετούσε στο ποτάμι. Χαμογέλασε και μου ψιθύρισε κάτι στο αυτί. “Κάν’ την τώρα” μου είπε “γιατί σε λίγω θα θέλω κι άλλο shrubbery”.

Καθώς απομακρυνόμουνα, με ξαναφώναξε και μου είπε “πω, πωω. Μιλάμε είναι και μαμώ τα shrubberies. Κάτσε να φωνάξω ένα φιλαράκι που έχει μεταφορικό μέσο να σε πετάξει ως την πύλη”. Γύρισε απ’ την άλλη και φώναξε “ρε σείς πείτε λίγο στον ΝΙ να περάσει μια βόλτα από δω”.



Σε λίγο, ένας ΝΙ έτρεχε προς το μέρος μου, κάνοντας με το στόμα του “μπρρρρ.βρουμ, βρουμ, μπρρρρ”.Σταμάτησε μπροστά μου, και μου είπε “Σ’ αρέσει το μοτόρι μου? Καινούριο είναι. Άντε ανέβα να σε πετάξω”. Τον κοίταξα από πάνω ως κάτω. Είχε πάρει μια στάση σα να καθόταν πάνω σε μηχανάκι, αλλά μηχανάκι δεν υπήρχε. Τι να πεις όμως. Έκανα κι εγώ μια κίνηση σαν να ανέβαινα στο μηχανάκι, και ξεκινήσαμε με τα πόδια...

Όταν έφτασα στην πύλη είπα στον φρουρό να αφήσει τα πολλά λόγια και να αρχίσει τις ερωτήσεις. “Πολύ καλά” μου είπε και με ρώτησε “Πόσο κάνει 1+1?” “Και που θες να ξέρω ρε? Του απάντησα απότομα. “ “Δεν ξέρω και δε με νοια..” πρόλαβε να πει πριν τον διακόψω “Δεν ξέρεις ε....?” του είπα χαμογελώντας. Δευτερόλεπτα μετά ο φρουρός βούτηξε στο ποτάμι αφήνοντας με να περάσω . Το κόλπο που μου χε ψιθυρίσει εκείνος ο ΝΙππότης είχε δουλέψει, και το ταξίδι μου είχε τελειώσει.

Ξέρω πως δεν κατάφερα να γνωρίσω όλους όσους ζούσαν στο περίεργο αυτό μέρος, αλλά η σωματική μου ακεραιότητα ήταν πιο σημαντική. Άλλωστε ήμουν σίγουρος ότι θα είχα κι άλλες ευκαιρίες στο μέλλον να συναντήσω περισσότερους απ’ αυτούς.

Μόλις πέρασα την πύλη και βγήκα απ’ το δάσος, τα συναισθήματα μου άλλαξαν κατά ένα περίεργο τρόπο, εντελώς. Καθώς απομακρυνόμουνα, άρχισα να σιγοτραγουδάω ασυναίσθητα... «Είναι μία, μόνο μία, η οΝΙρεμένη Νιτοπία»


Πίκος Απίκος
Ο Δαιμόνιος “gonzo” Δημοσιογράφος