Η ΚΕΡΕΝΙ Α ΚΟΥΚΛ Α

Day 1,792, 07:33 Published in Greece Greece by KLEOMENHS

Η ''Κερένια Κούκλα'' είναι ένα μυθιστόρημα που έγραψε ο μεγάλος Έλληνας λογοτέχνης Κωνσταντίνος Χρηστομάνος το 1911. Είναι ένα από τα πιο αγαπημένα και πολυδιαβασμένα έργα, έχει γίνει ταινία ακόμη και σειρά στην ΕΡΤ(δεκαετία '80).
Αυτό που σήμερα σε τραβά στην ανάγνωσή του εκτός από τον λυρισμό των περιγραφών, την απλή γλώσσα του κειμένου και το βάθος των νοημάτων που δίνονται με έναν έξοχο ποιητικό τρόπο είναι ότι η υπόθεση εκτυλίσσεται στην Αθήνα των αρχών του περασμένου αιώνα....
Όπως λένε οι κριτικοί είναι ένα "αθηναϊκό μυθιστόρημα", επειδή η τραγική πλοκή του εξελίσσεται σε μια πρωτόγνωρα δοσμένη, αφηγηματικά, Αθήνα, με τα σπίτια, τις γειτονιές, τα στέκια, τους ερημικούς και τους κεντρικούς πολυσύχναστους δρόμους της. Είναι μια από τις πρώτες φορές που η δράση δεν ξετυλίγεται στην επαρχία, αλλά στην πόλη, στην "σκιάν της Ακροπόλεως και παρά το βράχον του Φιλοπάππου".....
Σε μιαν Αθήνα όπου μεγάλωσαν, έζησαν, ερωτεύτηκαν οι προπαππούδες μας και που δεν έχει δυστυχώς καμία σχέση με τη θλιβερή εικόνα που παρουσιάζει σήμερα...

Σας παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα(μετά μουσικής!Chopin - Nocturne in b-flat minor, Op. 9 No. 1):

''Από πάνω ο βράχος του Φιλοπάππου που, ό,τι κρύο και να ’κανε τώρα το χειμώνα, τους βαστούσε το Βοριά και τραβούσε όλες τις αχτίδες απάνω του και σαν έκανε καλοσύνη μύριζε πέτρα λιασμένη και μοναξιά βουνίσια και γαϊδουράγκαθο διψασμένο. Στο πλάι πίσω, πυργωμένη η Ακρόπολις, κόκκινη σαν κανέλλα, ίδια κάποιο ατίμητο αρχαίο χρυσαφικό μαυρισμένο απ’ την παλιοσύνη, με τις δυο κολωνίτσες που ξεχωρίζουν άσπρες και λιγνές αψηλά στο βράχο, κάτω από τα μαύρα τείχη, σα να φυλάν βάρδια μπρος απ’ τη σπηλιά της Παναγίας. Έπειτα ο Αϊ-Γιώργης, αλλιώτικος από ’δω, μια κανονικιά πυραμίδα ξεμοναχιασμένη σα νησί.

Ο Υμηττός, σαν κανένας υπναράς τ ρ ε λ ό ς (που ’χει τον ύπνο του για τρέλα), πλαγιασμένος με τις πλάτες γυριστές, με μιαν ατέλειωτη γαλήνη γαλάζια κι ισκιερή στο ξάπλωμά του. Κάτω του τα βουναλάκια του Βατραχονησιού και του Σταδίου μ’ ένα κομμάτι απ’ το μαρμαρένιο φέγγος, με λίγη πρασινάδα στον Αρδηττό πάνω από το Μετς, και με τα σπιτάκια των Παντρεμενάδικων ανεβασμένα απάνω του για να δουν έναν ανεμόμυλο στην κορφή, αφημένον έρημο με τα φτερά βγαλμένα. Και στο στήθος αυτών των γλυκών λόφων ένας μεγάλος μαύρος λεκές: τα κυπαρίσσια του νεκροταφείου που από μακριά φαίνονται σα να κοιμούνται ορθά, το ’να κοντά στ’ άλλο…

.. Μα δεν κοιμούνται, παρά βουίζουν όλα μαζί σιγαλά και γλυκά σαν άρπες αλαργινές κι ονειρεμένες· και πίσω από το πιο μελανό και πιο βουερό κυπαρίσσι κουρνιάζει κρυμμένος ο Χάρος και βγαίνει κάθε νύχτα με τ’ ασημένιο δρεπάνι, που ’χει το κρεμασμένο απάνω στον ουρανό, κουκουλωμένος σε μαύρο ράσο ή με λουλούδια στο κεφάλι, και σιγοπατάει στους δρόμους και καβαλάει μάντρες κι ανοίγει τα κλειστά παράθυρα και τις αμπαρωμένες πόρτες και παίρνει εκείνους που κρύβουν το πρόσωπο μέσα στα προσκέφαλα για να μην τον ιδούν κι αφήνει, γελώντας με τα δόντια δίχως χείλια, όσους του φωνάζουνε να τους λυτρώσει. Μα και μέρα βγαίνει και τότε κανείς δεν τόνε βλέπει, γιατ’ είναι ντυμένος με του ήλιου τις αχτίδες και πιο φεγγερός από τον ήλιο…!

Και πιο πέρα πιάνουν κάμποι κι άλλοι λόφοι, που πρασινίζουν απ’ το Γενάρη, πλατιά ξαπλωμένοι· κι ανεβαίνουν αγάλια – αγάλια όλοι μαζί αψηλά και με τον άσπρο δρόμο του Φαλήρου αντάμα, σα να τον πιάνουν απ’ το χέρι να τόνε σηκώσουν, ίσαμε το σπιτάκι· κι έπειτα τρέχουν πάλι όλοι μαζί τον κατήφορο ως πέρα στη θάλασσα. Αχ, η θάλασσα! τώρα σα γλαυκός αχνός κι όχι σα νερό, ανεβασμένη απάνω στον ουρανό, τώρα πάλι σαν ασπίδα χρυσή στον ήλιο: και στης ασπίδας τον αφαλό ένα γιγάντιο μυτερό πετράδι ζαφειρένιο, η Αίγινα με τον ιερό της κώνο…

Λόφοι εσείς απαλοί και πράσινοι και θάλασσα αρχαία που λάμπεις, με τα μαύρα καράβια των καημών που σε σιγοπερπατούν! πόσα μάτια σας έχουν κοιτάξει απ’ τον παλιό καιρό, εδώ απ’ το βουνό του Φιλοπάππου απάνω, σαν τώρα που ξαστράφτει η ομορφιά σας, κι απ’ τα αιώνια νιάτα σας άντλησαν ελπίδα για της ζωής τη χαρά! Κι έσβησαν όλα τα μάτια που σας αγναντέψανε, μα εσείς στεκόσαστε αυτού και δίνετ’ ελπίδα για της ζωής τη χαρά στα μάτια που θα σβήσουν!''


Για τους μερακλήδες(!) η συνέχεια εδώ Κωνσταντίνος Χρηστομάνος, Κερένια κούκλα και αν προτιμάτε να το ακούσετε H ''Κερένια κούκλα'' στο Τρίτο Πρόγραμμα 90,9