ΤΟ ΡΑΤΣΙΣΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΝΟΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ

Day 594, 04:39 Published in Greece Greece by MOLOSSIKON AGEMA

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Ζ’ ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΥΙΟΝ ΑΥΤΟΥ ΡΩΜΑΝΟΝ, 13–29: «Έκαστον γαρ έθνος διάφορα έχον έθη και διαλλάττοντας νόμους τε και θεσμούς οφείλει τα οικεία κρατύνειν και από του αυτού έθνους τας προς ανάκρασιν βίου κοινωνίας ποιείσθαι και ενεργείν. Ώσπερ γαρ έκαστον ζώον μετά των ομογενών τας μίξεις εργάζεται, ούτω και έκαστον έθνος ουκ εξ αλλοφύλων και αλλογλώσσων, αλλ’ εκ των ομογενών τε και ομοφώνων τα συνοικέσια των γάμων ποιείσθαι καθέστηκεν δίκαιον.» Απαντώντας σε κάποιους αρνητές της φυλετικής συνεχείας του Ελληνισμού και ειδικότερα σε εκείνους, που θεωρούν ότι ο Eθνοφυλετισμός είναι αίρεση, θα παραθέσουμε ένα Εθνοφυλετικό «ρατσιστικό» κείμενο ενός από τους πλέον εξαίρετους(στον πνευματικό τουλάχιστον τομέα) Αυτοκράτορος της Πόλεως των Κωνσταντίνων.

Του Κωνσταντίνου Ζ’ του Πορφυρογεννήτου, ο οποίος, για όσους δεν το γνωρίζουν, είναι εκείνος ο ξεχωριστός ηγεμόνας, στον οποίον οφείλεται η διάσωση πολλών έργων του Αρχαίου Ελληνικού Λόγου. Και το περίφημο λεξικόν Σούδα επί των ημερών της βασιλείας του έγινε, καθώς και η Ελληνική Ανθολογία του Κωνσταντίνου Κεφαλά. Γράφει λοιπόν στο έργο του προς τον υιόν αυτού Ρωμανόν τα παρακάτω και απαντά πριν από χίλια εκατό σχεδόν χρόνια στα όσα σήμερα λέγουν κάποιοι «προοδευτικοί» ότι ο Εθνοφυλετισμός είναι θρησκευτική αίρεση, στα όσα είπε περί «μειονοτήτων και μικτών γάμων» ένας Μητροπολίτης της Μακεδονίας. Το κείμενο που ακολουθεί είναι η συλλογή των συμβουλών του Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου προς τον υιόν του και διάδοχό του Ρωμανό. Δημοσιεύουμε εκείνο το τμήμα, που έχει έναν σαφέστατο Eθνοφυλετικό χαρακτήρα. Το κείμενο που ακολουθεί είναι από το έργο «προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν», εκδόσεις Γεωργιάδης, μετάφραση Φωτίου Αρ. Δημητρακοπούλου:

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΥΙΟΝ ΑΥΤΟΥ ΡΩΜΑΝΟΝ, 13–29
«Εάν ποτέ κανένα έθνος απ’ τα άπιστα τούτα και άτιμα βόρεια φύλα ζητήση να συμπεθεριάση με τον βασιλέα των Ρωμαίων και ή να κάμουν νύφη την θυγατέρα του ή να δώσουν δικιά τους θυγατέρα για να γίνη γυναίκα του βασιλέως ή του διαδόχου, πρέπει με τέτοια λόγια σύ και τούτη την παράλογη αξίωσή τους να αποκρούσης, λέγοντας ότι: «Και γι’ αυτή την υπόθεση παραγγελία και διαταγή φοβερή και ξεκάθαρη του μεγάλου και αγίου Κωνσταντίνου έχει γραφή στην ιερή τράπεζα της οικουμενικής των Χριστιανών εκκλησίας της αγίας Σοφίας, να μη συμπεθεριάση ποτέ ο βασιλεύς των Ρωμαίων με έθνος που διατηρεί διαφορετικά και ξένα έθιμα από τον Ρωμαϊκό χαρακτήρα και μάλιστα με αλλόπιστο και αβάπτιστο, παρά μόνο με τους Φράγκους, διότι μονάχα αυτούς εξαίρεσε ο μέγας εκείνος άνδρας, ο άγιος Κωνσταντίνος, γιατί κι αυτός από την γέννησή του βαστούσε από κείνα τα μέρη, εξ αιτίας του ότι υπήρχε μεγάλη συγγένεια και επιμιξία ανάμεσα στους Φράγκους και στους Ρωμαίους. Και γιατί προέτρεψε μόνο μ’ αυτούς να κάνουν ανταλλαγές γάμων οι βασιλείς των Ρωμαίων; Εξ αιτίας της προγονικής λαμπρότητος και ευγενείας των μερών και φυλών εκείνων. Με οποιοδήποτε δε άλλο έθνος να μη μπορούν να κάμουν τούτο, αλλά κείνος που θα τολμούσε να το κάμη να κρίνεται άγνωστος στις Χριστιανικές τάξεις και να παραδίδεται στο ανάθεμα, σαν παραβάτης των πατρικών εντολών και βασιλικών θεσμών.»

Στο μέχρι τώρα κείμενο πολύ καθαρά φαίνεται ότι ο Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος βλέπει τα πράγματα με τρόπο φυλετικό πέραν πάσης αμφιβολίας.

Λέων Ο Χάζαρος
Στην συνέχεια του κειμένου του θεωρεί ύβρι και βλασφημία το γεγονός ότι ένας από τους αυτοκράτορες της Κωνσταντινουπόλεως, ο Λέων ο Χάζαρος, νυμφεύθηκε την κόρη του βασιλέως των Χαζάρων και η καταγγελία του αυτή βεβαίως δεν έχει χαρακτήρα θρησκευτική, αφού ο γάμος έγινε καθ’ ολοκληρίαν με το Ορθόδοξο τυπικό και αφού πρώτα η σύζυγός του έγινε Χριστιανή Ορθόδοξος. Ιδού τι γράφει για τον Λέοντα τον Χάζαρο, τον οποίο θεωρεί για την πράξη του αυτή μιαρό και βέβηλο:

«…Ο γνωστός δε προαναφερθείς βασιλεύς Λέων, αυτός που και το διάδημα καθώς παραπάνω είπαμε, παράνομα και παράτολμα από την εκκλησία χωρίς την έγκριση του τότε πατριάρχου επήρε και το περιτύλιξε στην κεφαλή του και γι’ αυτό σύντομα ετιμωρήθηκε όπως άξιζε σ’ αυτή την πονηρή του πράξη, ο ίδιος ετόλμησε κι αυτήν την εντολή του αγίου εκείνου βασιλέως που, καθώς πλέον έχουμε γράψει, πάνω στην αγία τράπεζα είναι χαραγμένη, να την θεωρήση ασήμαντη και σαν τιποτένια να την υπολογίση, άπαξ και έβγαλε τον εαυτό του έξω από το Θείο φόβο και τις εντολές του Θεού, συνέστησε με τον χαγάνο της Χαζαρίας συναλλαγή γάμου και την θυγατέρα τούτου επήρε γυναίκα του και ως εκ τούτου μεγάλη έφερε ντροπή και στην Ρωμαϊκή αρχή και στον εαυτό του διότι τα προγονικά παραγγέλματα περιφρόνησε και καθόλου δεν τα λογάριασε, πλην ούτε ορθόδοξος εκείνος Χριστιανός ήταν, αλλ’ αιρετικός και εικονομάχος. Κι’ έτσι γι’ αυτά τα παράνομα ασεβήματά του συνεχώς αφορίζεται και αναθεματίζεται μέσα στην εκκλησία του Θεού σαν παραβάτης και καταστροφεύς της διαταγής του Θεού και του αγίου και μεγάλου βασιλέως Κωνσταντίνου, διότι πως μπορεί να γίνη δεκτό οι Χριστιανοί με τους απίστους να κάμουν επικοινωνία σε γάμους και να συμπεθεριάζουν, εφ’ όσον ο κανών (ο 72ος κανών της «εν Τρούλλω» οικουμενικής συνόδου, Ράλλη-Ποτλή, Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων, τομ. Β’ σελ.471) το απαγορεύει και το θεωρεί άσχετο μ’ ολόκληρη την εκκλησία και έξω από τον Χριστιανικό χαρακτήρα; Ή ποιος από τους ενδόξους και ευγενείς και σοφούς βασιλείς των Ρωμαίων το καταδέχτηκε;»

Ο Ρωμανός ο Λεκαπηνός Και Οι Βούλγαροι
Ακολούθως, αναφέρεται στην περίπτωση που ο συμβασιλεύς Ρωμανός ο Λεκαπηνός, συμπεθέριασε, δίνοντας την συγκατάθεσή του για γάμο μεταξύ μίας ανιψιάς του και του διαδόχου των Βουλγάρων και αυτό το θεωρεί επίσης παραβίαση των ιερών κανόνων και βλασφημία. Ας σημειωθεί ότι οι Βούλγαροι ήσαν Χριστιανοί Ορθόδοξοι και αυτό δείχνει ότι το κριτήριο του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου, στο οποίο βασίζεται και θεωρεί απαράδεκτη την πράξη του Λεκαπηνού, δεν είναι δυνατόν να είναι θρησκευτικό, αλλά εθνικό και φυλετικό. Ιδού τι γράφει σχετικά με αυτήν την περίπτωση:

«Εάν δε απαντήσουν: «Πως ο κύρις Ρωμανός ο βασιλεύς (Ρωμανός Α’ ο Λεκαπηνός 920-944) συμπεθέριασε με τους Βουλγάρους και έδωσε την ιδική του εγγονή στον κύρι Πέτρο τον Βούλγαρο (γυιός του Συμεών, βασιλεύς των Βουλγάρων 927-969, νυμφεύθηκε το 927 την εγγονή του Ρωμανού Α’, κόρη του γυιού του και συμβασιλέως Χριστοφόρου, την Μαρία);» πρέπει να δικαιολογηθής, ότι: «Ο κύρις Ρωμανός ο βασιλεύς ήταν ένας απλός και αγράμματος άνθρωπος, και ούτε από τους αναθρεμμένους μέσα στ’ ανάκτορα, ούτε από εκείνους που εφαρμόζουν εξ αρχής τα Ρωμαϊκά έθιμα, ούτε από γενιά βασιλική κι ευγενικιά και τούτος είναι ο λόγος που με περισσή αυθάδεια και κατάχρηση εξουσίας ενεργούσε ως επί το πλείστον και ούτε πάνω σ’ αυτό το θέμα υπήκουσε στις απαγορεύσεις της εκκλησίας, ούτε ακολούθησε την εντολή και διαταγή του μεγάλου Κωνσταντίνου, αλλ’ απ’ τη γνώμη του την αυθάδη κι εγωιστική που δεν εγνώριζε το ορθό και δεν ήθελε ν’ ακολουθήση το σωστό και πρέπον, ετόλμησε να μη το κάμη καν να προσαρμόζεται στις πατροπαράδοτες διατάξεις, προβάλλοντας τούτη μόνον τη σωστή δικαιολογία ότι μ’ αυτή την πράξη σώζεται ολόκληρο πλήθος Χριστιανών αιχμαλώτων και ότι Χριστιανοί κι ομόπιστοι είναι και οι βούλγαροι και ότι άλλωστε ούτε αυτοκράτορος και νομίμου βασιλέως θυγατέρα ήταν αυτή που έδινε για γάμο, αλλά τρίτου και τελευταίου και ακόμη υποχειρίου, ο οποίος δεν είχε καμμία ενεργό εξουσία στα πράγματα της αυτοκρατορικής διοικήσεως. Και καθόλου τούτο δεν διέφερε από το να έδινε κάποιαν άλλη κοπέλλα από τις συγγενείς του βασιλέως, που να είχαν μικρή ή μεγάλη συγγένεια με την βασιλική ευγένεια, κοπέλλα που να ήταν κόρη και του πιο ασήμαντου και ταπεινού σχεδόν κι όλα αυτά για κάποιο κοινωφελή σκοπό. Επειδή λοιπόν έκαμε τούτη την πράξη παρά τον κανόνα, παρά την εκκλησιαστική παράδοση και παρά την διαταγή κι εντολή του μεγάλου και αγίου βασιλέως Κωνσταντίνου, πολλές ντροπές και ζωντανός δοκίμασε ο βασιλεύς που είπαμε, ο κύρις Ρωμανός, και έγινε αντικείμενο της διαβολής και του μίσους της συγκλήτου, όλων των ανθρώπων και της ίδιας της εκκλησίας και τούτο το μίσος γίνεται φανερό κι από το τέλος της ζωής του, που μετά θάνατον δηλαδή παρόμοια εξευτελίζεται αυτός και γνωρίζει την διαβολή και καταφρόνια, επειδή ανάξιο πράγμα και άπρεπο και πρωτοφανές εισήγαγε στην ευγενή Ρωμαϊκή πολιτεία».

ΤΟ ΕΘΝΟΦΥΛΕΤΙΚΟ ΔΟΓΜΑ
Για όποιον δε επιμένει να έχει αμφιβολίες για τον εθνικό και φυλετικό χαρακτήρα, με τον οποίο έβλεπε τα πράγματα ο ΕΛΛΗΝΑΣ Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος, παραθέτουμε το παρακάτω, που δεν αφήνει ουδέν περιθώριο παρανοήσεως:

«Διότι κάθε έθνος που έχει διάφορα έθιμα και αλλοιώτικους νόμους και θεσμούς, οφείλει τα δικά του να σταθεροποιή και μέσα στο ίδιο έθνος να γίνωνται και να ενεργούνται οι επικοινωνίες για την συντήρηση της ζωής. Δηλαδή, όπως κάθε ζώο με τα όμοιά του έρχεται σε επιμειξία, έτσι και κάθε έθνος όχι με αλοφύλους και αλλογλώσσους, αλλά με συμπατριώτες κι ομογλώσσους είναι σωστά να κάνη συνοικέσια γάμων. Διότι απ’ αυτό το πράγμα εκ φύσεως προέρχεται η μεταξύ του ομοφροσύνη και επικοινωνία, καθώς και η φιλική συναναστροφή και συμβίωση τα Δε αλλότρια έθιμα και οι διαφορετικοί νόμοι αποστροφές μάλλον και συγκρούσεις και μίση και διαφωνίες γεννούν συνήθως πράγματα που δεν δημιουργούν φιλία και επικοινωνία, αλλά έχθρες και διαστάσεις».

Επίσης δεν πρέπει τις κακές πράξεις των άλλων, που έγιναν από αμάθεια ή αυθάδεια, να μιμούνται και να αντιγράφουν όσοι θέλουν σύμφωνα με το νόμο ν άρχουν, αλλ’ αντίθετα, πρέπει να έχουν τις ένδοξες πράξεις των συμφώνων προς τον νόμον και δικαίων βασιλέων σαν αγαθά πρότυπα και παράδειγμα προς μίμηση και σύμφωνα μ’ εκείνες να προσπαθούν κι οι ίδιοι να προσαρμόζουν τις ενέργειές τους όλες (σύγκρινε το αρχαίο κείμενο με τον Ισοκράτη, προς Δημόνικον, 4Β), όμως και το τέλος που βρήκε αυτόν που έκαμε τέτοιες στενοκέφαλες πράξεις, εννοώ τον κύρι Ρωμανό, είναι αρκετό παράδειγμα προς σωφρονισμό όποιου θα ήθελε να μιμηθή τις κακές πράξεις εκείνου.»

Αυτά λέγει ο Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος και τα λεγόμενά του σίγουρα εντάσσονται στο πνεύμα του Εθνοφυλετισμού και εάν σήμερα ζούσε, θα εισέπραττε και αυτός το ανάθεμα κάποιων Μητροπολιτών και των λοιπών «προοδευτικών» δυνάμεων.