ANNUS MIRABILIS:Πυθαγορας και μυστες!

Day 4,290, 19:58 Published in Greece Greece by Philostrate
Οπως και καθε τριτη πλεον το ενθετο αρθρο "ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ" φιλοξενει τον μεγαλυτερο και γνωστοτερο μυστη της ιστοριας


Πυθαγορας

Ο Πυθαγόρας ο Σάμιος (Σάμος, 580 π.Χ. - Μεταπόντιο, 496 π.Χ.) ήταν σημαντικός Έλληνας φιλόσοφος, μαθηματικός, γεωμέτρης και θεωρητικός της μουσικής. Παντρεύτηκε τη φιλόσοφο και επιστήμονα Θεανώ.
Είναι ο κατεξοχήν θεμελιωτής των ελληνικών μαθηματικών, δημιούργησε ένα άρτιο σύστημα για την επιστήμη των ουρανίων σωμάτων που κατοχύρωσε με όλες τις σχετικές αριθμητικές και γεωμετρικές αποδείξεις και ήταν ιδρυτής ενός μυητικού φιλοσοφικού κινήματος που λέγεται Πυθαγορισμός (Pythagorism ή Pythagoreanism).Επειδή οι περισσότερες πληροφορίες γράφτηκαν πολλούς αιώνες μετά τον θάνατό του, πολύ λίγες αξιόπιστες πληροφορίες είναι γνωστές γι' αυτόν. Επίσης, επηρέασε σημαντικά τη φιλοσοφία και τη θρησκευτική διδασκαλία στα τέλη του 6ο αιώνα π.Χ., συχνά αναφέρεται ως σπουδαίος μαθηματικός και επιστήμονας και είναι γνωστός για το Πυθαγόρειο Θεώρημα που έχει το όνομά του. Γεννήθηκε περίπου το 580 π.Χ. και ως επικρατέστερος τόπος γεννήσεως παραδίδεται η νήσος Σάμος. Ακόμη είναι πιθανό να ταξίδεψε αρκετά όταν ήταν νέος. Γύρω στο 530 π.Χ. μετακόμισε σε μία ελληνική αποικία στη νότια Ιταλία. Οι υποστηρικτές του Πυθαγόρα ακολούθησαν τις πρακτικές που ανέπτυξε και μελέτησαν τις φιλοσοφικές του θεωρίες. Τα μέρη συνάντησης των Πυθαγόρειων κάηκαν και ο Πυθαγόρας αναγκάστηκε να φύγει από την πόλη. Πέθανε στο Μεταπόντιον της Ιταλικής Λευκανίας σε ηλικία 84 ετών το 496 π.Χ.

Γέννηση και καταγωγή
Οι περισσότεροι αρχαίοι συγγραφείς συμφωνούν πως είναι γιος του Μνησάρχου, διαφωνούν όμως ως προς την καταγωγή του Μνησάρχου, γιατί άλλοι μεν λένε ότι ήταν Σάμιος, ενώ ο Νεάνθης στο Ε' βιβλίο των «Μυθικών» γράφει πως ήταν Σύρος, από την Τύρο της Συρίας. Κατά την εκδοχή αυτή, ο Μνήσαρχος έφθασε στη Σάμο με σκοπό το εμπόριο, όταν οι Σάμιοι είχαν έλλειψη σιταριού, και αφού προσέφερε για πώληση σιτάρι, ετιμήθη από την πολιτεία κι έγινε πολίτης της Σάμου.Επειδή από παιδί ο Πυθαγόρας έδειχνε πως ήταν ικανός για κάθε σπουδή, ο Μνήσαρχος τον οδήγησε στην Τύρο και φρόντισε να μυηθεί στις διδασκαλίες των Χαλδαίων. Από εκεί ο Πυθαγόρας ήρθε ξανά στην Ιωνία και συναναστράφηκε αρχικά με τον Φερεκύδη από τη Σύρο κι έπειτα με τον Ερμοδάμαντα τον Κρεοφύλειο από την Σάμο.Όταν δε ο Μνήσαρχος απέπλευσε προς την Ιταλία, πήρε μαζί του τον νεαρό Πυθαγόρα στην Ιταλία, σύμφωνα με την εκδοχή του Νεάνθη.

Όμως, η επικρατέστερη εκδοχή μεταξύ των αρχαίων συγγραφέων, που παραδίδουν οι Απολλώνιος στο «Περί Πυθαγόρου», Πορφύριος στο «Πυθαγόρου Βίος» και Ιάμβλιχος στο «Περί του Πυθαγορείου βίου» θέλει τον Μνήσαρχο όχι μόνον Σάμιο αλλά και απόγονο του Αγκαίου, του πρώτου αποικιστή της Σάμου.

Λέγεται πως ο Αγκαίος, που κατοικούσε στη Σάμη της Κεφαλληνίας είχε γεννηθεί από το Δία και ότι αφού απέκτησε φήμη χάρη στην ανδρεία του είτε χάρη στη μεγαλοψυχία του, διέφερε από τους άλλους Κεφαλλήνες ως προς τη φρόνηση και την υπόληψη. Σε αυτόν δόθηκε χρησμός από την Πυθία να συγκεντρώσει αποίκους από την Κεφαλληνία, την Αρκαδία και τη Θεσσαλία και ακόμη να προσλάβει αποίκους και από τους Αθηναίους και από τους Επιδαύριους και από τους Χαλκιδείς, και αφού γίνει αρχηγός τους, να αποικήσει ένα νησί, που ονομαζόταν Μελάμφυλλος εξαιτίας της ευφορίας του εδάφους και της καλλιεργήσιμης γης, και να ονομάσει την πόλη που θα ιδρύσουν Σάμο, από τη Σάμη της Κεφαλληνίας. Ο Ιάμβλιχος παραδίδει τον εν λόγω χρησμό κάπως έτσι:

"Αγκαίε, την θαλασσίαν νήσον Σάμον αντί της Σάμης
σε διατάσσω να οικήσης. Φυλλίς δε ονομάζεται αύτη"

Το ότι η αποικία της Σάμου συστάθηκε από ανθρώπους προερχόμενους από τους προαναφερθέντες τόπους αποδεικνύεται από το ότι οι τιμές και οι θυσίες των θεών (καθώς είχαν μεταφερθεί από τους τόπους καταγωγής των αποίκων) μοιάζουν, καθώς επίσης μοιάζουν μεταξύ τους και τα ονόματα των συγγενειών και οι μεταξύ τους συνδυασμοί που τυχαίνει οι Σάμιοι να κάνουν. Λέγεται λοιπόν ότι ο Μνήσαρχος και η Πυθαΐς, οι γονείς του Πυθαγόρα, προέρχονταν από τον οίκο και την γενιά που δημιουργήθηκε από τον Αγκαίο, τον ιδρυτή της αποικίας της Σάμου. Επειδή δε η ευγενική αυτή καταγωγή θρυλείτο μεταξύ των συμπολιτών του Πυθαγόρα, κάποιος Σάμιος ποιητής ισχυρίζεται ότι ο Πυθαγόρας ήταν γιος του Απόλλωνα και αναφέρει τα εξής σχετικά:

«Τον Πυθαγόρα, που γέννησε από τον Απόλλωνα τον φίλο του Διός,
η Πυθαΐς, η ομορφότερη μεταξύ των Σαμίων»
Πυθαγορειο σαμου


Η φήμη αυτή επικράτησε για τον εξής λόγο: Όταν ο Μνήσαρχος βρέθηκε στους Δελφούς για εμπορικούς λόγους, μαζί με την γυναίκα του που δε γνώριζε ακόμη ότι ήταν έγκυος, ζήτησε χρησμό από την Πυθία σχετικά με το επικείμενο ταξίδι του προς την Συρία. Η Πυθία χρησμοδότησε ότι αυτός μεν θα δοκιμάσει μεγάλη ευχαρίστηση και θα αποκτήσει πολλά χρήματα, η δε γυναίκα του ότι εγκυμονεί ήδη και πως θα γεννήσει παιδί που θα διαφέρει κατά την ωραιότητα και τη σοφία από όλους τους ανθρώπους και θα καταστεί πάρα πολύ ωφέλιμο στο ανθρώπινο γένος. Ο Μνήσαρχος κατανοώντας πως κάτι σπουδαίο και θεόσταλτο θα προέκυπτε, μετονόμασε μάλιστα την γυναίκα του από Παρθενίδα σε Πυθαΐδα μετά το χρησμό. Κατόπιν επιχείρησε το ταξίδι που σχεδίαζε έχοντας λάβει τόσο ευνοϊκή προτροπή, με αποτέλεσμα όσο βρισκόταν στην φοινικική Σιδόνα να γεννήσει η Πυθαΐδα το γιο τους. Ο Μνήσαρχος ονόμασε το νεογέννητο Πυθαγόρα καθώς είχε προφητευτεί από τον Πύθιο Απόλλωνα.

Πράγματι ήταν γεγονός αδιαμφισβήτητο από τους αρχαίους ότι η ψυχή του Πυθαγόρα είχε αποσταλεί από την ανώτατη αρχή του Απόλλωνα, είτε επειδή ήταν συναφής είτε κατ' άλλον τρόπο συνδεδεμένη με τον θεό. Η ίδια του η γέννηση και η ποικίλη σοφία της ψυχής του το αποδείκνυαν ολοφάνερα.
Οι πρώτες σπουδές στην Ελλάδα
Όταν ο Μνήσαρχος επέστρεψε στη Σάμο με πολλά κέρδη και μεγάλη περιουσία, έχτισε ιερό του Πύθιου Απόλλωνα και πρόσεξε ιδιαίτερα την ανατροφή του παιδιού του, αναθέτοντάς την παράλληλα πότε στον Κρεώφυλο, πότε στον Φερεκύδη από τη Σύρο καθώς επίσης και σε ιερείς.
Πυθαγορας σε νομισμα


Ο νεαρός Πυθαγόρας μεγάλωνε με μεγάλη σεμνότητα και σωφροσύνη και έγινε όμορφος στην εμφάνιση πολύ περισσότερο από άλλους νέους. Απολάμβανε δε κάθε είδους σεβασμό ακόμη και από τους πολύ μεγαλύτερούς του σε ηλικία πολίτες. Όταν ομιλούσε μετέστρεφε τους πάντες με το μέρος του και εφαίνετο αξιοθαύμαστος ώστε από τους πολλούς να βεβαιώνεται με κάθε φυσικότητα πώς ήταν πράγματι υιός του θεού Απόλλωνος. Ενθαρρυνόμενος από τις σχετικές αυτές δοξασίες και την παιδεία που έλαβε από βρέφος και από τη φυσική του ομορφιά, ακόμη περισσότερο κατέβαλλε προσπάθεια να αποδεικνύει τον εαυτό του άξιο των προτερημάτων που τον διακοσμούσαν. Όλα όσα έλεγε ή έπραττε τα έκανε με μειλιχιότητα, δίχως να κυριεύεται ούτε από οργή, ούτε από ζήλια, ούτε από εριστικότητα ούτε από άλλη διαταραχή ή επιπολαιότητα. Μεγάλη θρησκευτικότητα χαρακτήριζε τη συμπεριφορά του και ακολουθούσε ιδιαίτερα σημαντικές δίαιτες, με ισορροπία ψυχής και εγκράτεια σώματος.


Όντας ακόμη έφηβος, η φήμη του έφθασε εις την Μίλητο προς τον Θαλήν και εις την Πριήνη προς τον Βίαντα, τους δύο εκ των επτά σοφών της αρχαιότητος και σε πολλά μέρη οι άνθρωποι εξεθείαζαν τον νεανία, αποκαλώντας τον, τον "εν Σάμω κομήτην". Μόλις εις τη Σάμο άρχισε να εμφανίζεται το τυραννικό καθεστώς του Πολυκράτους, εποχή όπου ο Πυθαγόρας ήταν περίπου δεκαοκτώ ετών, προβλέποντας ότι η τυραννία θα εμπόδιζε τα σχέδιά του και την φιλομάθειά του, έφυγε μαζί με τον Ερμοδάμαντα τον Κρεοφύλειο για τη Μίλητο και την Σχολή της Ιωνίας κοντά στον Φερεκύδη και στον φυσικό Αναξίμανδρο και στον φιλόσοφο Θαλή. Με την προσωπικότητα και την ευφράδεια της ομιλίας του, κέρδισε τον θαυμασμό και την εκτίμηση όλων και κατέστη κοινωνός των διδασκαλιών των. Μάλιστα ο Θαλής διακρίνοντας τη μεγάλη διαφορά του Πυθαγόρα εν συγκρίσει με τους άλλους νέους, του παραστάθηκε με ευχαρίστηση και του μετέδωσε όσες γνώσεις κατείχε, που ήταν δυνατόν να μεταδοθούν. Κοντά στον Θαλή ο Πυθαγόρας έλαβε την πρώτη του σοβαρή εκπαίδευση πάνω στα μαθηματικά, τη γεωμετρία και όσα έχουν σχέση με τους αριθμούς και τους υπολογισμούς. Ήταν ο Θαλής που προέτρεψε τον Πυθαγόρα να μεταβεί στην Αίγυπτο και να συναναστραφεί με τους ιερείς της Μέμφιδος και της Διοσπόλεως, από τους οποίους ο ίδιος ο Θαλής είχε λάβει πολλές γνώσεις, προλέγοντας πως εάν ο Πυθαγόρας ερχόταν σε επαφή μαζί τους, θα γινόταν θεϊκότερος και σοφότερος από όλους τους ανθρώπους.
Τα ταξίδια και η παιδεία του Πυθαγόρα
Ο νεαρός Πυθαγόρας έχοντας βελτιώσει τις διατροφικές του συνήθειες κοντά στον Θαλή, χρησιμοποιώντας με άριστο μέτρο ελαφρές και ευκολοχώνευτες τροφές, δίχως υπερβολές στην οινοποσία, απέκτησε πολύ καλή υγεία, την ικανότητα να κοιμάται λίγο καθώς και διαύγεια και καθαρότητα ψυχής. Ακολουθώντας την προτροπή του διδασκάλου του, απέπλευσε προς την Σιδώνα θεωρώντας πως από εκεί θα μετέβαινε ευκολότερα προς την Αίγυπτο. Εκεί συνάντησε τους απογόνους του Μώχου, του φυσιολόγου-μάντη, και τους άλλους ιεροφάντες της Φοινίκης και μυήθηκε στα ιερά μυστήρια της Βύβλου και της Τύρου και εις τις τελετουργίες που ιερουργούνται σε πολλά μέρη της Συρίας. Όχι από λόγους δεισιδαιμονίας αλλά από μεγάλη επιθυμία και όρεξη για μάθηση, για να μην του διαφύγει κάτι αξιοσπούδαστο που υποκρύπτεται στα απόρρητα μυστήρια των Θεών και στις ιερές τελετές. Εκεί έμαθε πως τα περισσότερα τελετουργικά στοιχεία είναι "άποικα", δηλαδή προέρχονται από αλλού και ότι κατάγονται από τα ιερά της Αιγύπτου. Έτσι, αποφάσισε να διαπλεύσει προς την Αίγυπτο ελπίζοντας ότι εκεί θα μετάσχει σε μυστήρια θειότερα και γνησιότερα.

Ο Ιάμβλιχος διηγείται πως κατά το ταξίδι οι Αιγύπτιοι ναύτες είχαν σκεφθεί να τον πουλήσουν διότι πίστευαν πως θα βγάλουν μεγάλο κέρδος από την πώληση ενός τέτοιου νέου, όμως εντός ολίγων ημερών άλλαξαν γνώμη βλέποντας την ασυνήθιστα ήρεμη και επιβλητική συμπεριφορά του Πυθαγόρα, καθώς και την μεγάλη του ικανότητα εγκράτειας στην τροφή, το ποτό και τον ύπνο. Επιπλέον, το πλοίο φαινόταν να προχωρεί με ευθύτητα και ομαλά, σαν να παραστεκόταν κάποιος θεός. Έτσι οι ναύτες πίστεψαν πώς είναι θείος δαίμονας και διήνυσαν το υπόλοιπο ταξίδι με ευχάριστη διάθεση, συμπεριφερόμενοι σεμνότερα προς τον φιλόσοφο, ώσπου το πλοίο έφθασε στα παράλια της Αιγύπτου δίχως να συναντήσει τρικυμία.


Αυτή την εκδοχή παραδίδει ο Ιάμβλιχος, ο Πορφύριος όμως γράφει ότι ο Πυθαγόρας για να μεταβεί εις την Αίγυπτο εξασφάλισε συστατικές επιστολές από τον τύραννο της Σάμου Πολυκράτη για τον βασιλέα της Αιγύπτου Άμασι με τον οποίο ο Πολυκράτης συνδεόταν με δεσμούς φιλοξενίας, ώστε να μπορέσει να γίνει δεκτός από τους Αιγύπτιους ιερείς για να διδαχθεί.

Όπως και να έχει, φαίνεται πως πρώτα ήλθε εις την Ηλιούπολη και από εκεί ταξίδεψε προς την Μέμφιδα και κατόπιν έφθασε εις την Διόσπολη. Οι Αιγύπτιοι ιερείς για να δοκιμάσουν την αντοχή του τον υπέβαλλαν σε δύσκολα προστάγματα εντελώς αντίθετα με την ελληνική αγωγή, νομίζοντας ότι ως ξένος δεν θα τα κατάφερνε στην σκληρή αιγυπτιακή ιερατική εκπαίδευση. Όμως ο Πυθαγόρας επιτέλεσε όλα τα προστάγματα με μεγάλη προθυμία και τόσο πολύ θαυμάστηκε που έλαβε την άδεια να θυσιάζει στους Θεούς και να παίρνει μέρος στις φροντίδες γι´αυτούς, προνόμιο που δεν αναφέρεται να παραχωρήθηκε σε κανέναν άλλο ξένο. Εκεί εντρύφησε ακόμη περισσότερο στη γεωμετρία και την αστρονομία τελειοποιώντας τις γνώσεις του κι έφθασε στο απόγειο της μάθησης της επιστήμης των αριθμών και της μουσικής.

Σύμφωνα με τον Ιάμβλιχο ο Πυθαγόρας έμεινε 22 χρόνια στην Αίγυπτο και κατόπιν μεταφέρθηκε στη Βαβυλώνα, αιχμάλωτος από τους στρατιώτες του Καμβύση και ότι εκεί πέρασε ευχάριστα, συναναστρεφόμενος τους Μάγους, δηλαδή τους Πέρσες ιερείς και διδασκόμενος θεολογικά και αστρονομικά θέματα για άλλα δώδεκα έτη, επιστρέφοντας στη Σάμο άγων ήδη το πεντηκοστό έκτο έτος της ηλικίας του. Ο Πορφύριος όμως παραλαμβάνοντας την πληροφορία από τον Αριστόξενο αναφέρει πως ήταν περίπου 40 ετών όταν έφυγε από τη Σάμο για την Ιταλία.
Πυθαγόρεια μυστήρια


Κέντρον του όλου Πυθαγορείου συστήματος και εν γένει του Πυθαγοοείου δεσμού είναι τα Πυθαγόρεια μυστήρια, τα όποια ο Ηρόδοτός καλεί «όργια». Ταύτα διακρίνονται των άλλων ομοίων των, διότι δεν είχον περιωρισμένον σκοπόν με ωρισμένα μυστικά δόγματα, ως λ.χ. τα περί μετεμψυχώσεως δόγμα αλλ’ είχον σκοπόν ευρύτατον. Απήτουν δηλαδή όχι μόνον ηθικότητα, εγκράτειαν, αγνότητα και τάσιν προς πάν ό,τι οδηγεί εις την σωματικήν και πνευματικήν υγείαν, άλλα και καλλιέργειαν πάσης τέχνης, έτι δε σοβαράν επιστημονικήν ενέργειαν, άνευ της όποιας δεν προήγοντο εις ανώτερον βαθμόν.

Ιδρυτής των Πυθαγορείων μυστηρίων είναι ο ίδιος ο Πυθαγόρας, οι γινόμενοι δε δεκτοί εις τα μυστήρια ήσαν και μέλη του Πυθαγορείου δεσμού. Αλλ’ η εισδοχή εις τα μυστήρια προϋπέθετε πολλάς δοκιμασίας, διότι ο Πυθαγόρας ήτο πολύ δύσκολος εις την παραδοχήν των δοκίμων. Αι δοκιμασίαι ήρχιζον από τα εύκολα προς τα δύσκολα. Εξητάζετο ο προηγούμενος βίος των δοκίμων και ιδίως ή συμπεριφορά των προς τους γονείς και συγγενείς, αι ασχολίαι και οι φίλοι των, αι επιθυμίαι και αι ορέξεις των. Παρηκολουθούντο οι λόγοι των; το βάδισμα των, αι χειρονομίαι των, το γέλιο των, το όποιον, ως επίστευεν ο Πυθαγόρας, φανερώνει τον χαρακτήρα παντός ανθρώπου, αι κινήσεις του σώματος και οι μορφασμοί των, η φιλομάθεια των και τα τοιαύτα. Έπειτα εδοκιμάζοντο οι δόκιμοι αν αντέχουν εις την σιωπήν και την μοναξιάν, και αν είναι προπαρεσκευασμένοι να καταφρονούν τας τιμάς και να καταπνίγουν τον εγωισμόν των. Αι δοκιμασίαι αύται διήρκουν επί πολύν χρόνον. Μετά δε τας δοκιμασίας, από τας οποίας τελευταία ήτο η δοκιμασία του εγωισμού, ή παρεκαλούντο οι δόκιμοι να επιστρέψουν εις την οικίαν των, ή εγίνοντο δεκτοί και εδέχοντο τα συγχαρητήρια των συμμαθητών των, πλέον, διότι από την στιγμήν εκείνην ήσαν μέλη του Πυθαγορείου δεσμού, κατέχοντες τον Α’ βαθμόν και κατώκουν εις το Μικρόν Άστυ, αφού παρέδιδον τα υπάρχοντα των εις τους κοινούς ταμίας, τους «οικονόμους της ετειρείας», επί τω λόγω «τα των φίλων κοινά».

Ο Πυθαγόρας τους μαθητάς του διέκρινε με τας λέξεις: «οι έσω» και «οι έξω». Οι έξω ήσαν οι κατέχοντες τον Α’ βαθμόν, οι δε έσω οι προαγόμενοι εις τους δύο άλλους βαθμούς, ήτοι τον Β’ και Γ’ βαθμόν. Μεταγενέστεροι συγγραφείς διακρίνουν τρεις τάξεις : Πυθαγοριστάς (ή εξωτερικούς ή ακουσματικούς), Πυθαγορείους (ή εσωτερικούς ή μαθηματικούς) και Πυθαγορικούς (ή σεβαστικούς ή φυσικούς).

Α’ Βαθμός: Μαθητής. Εις τον βαθμόν τούτον έμενον 2—5 έτη, κατά τα όποια είχον καθήκον την απόλυτον σιγήν. Ήκουον τα υπό των Πυθαγορείων (Β’ και Γ’ βαθμού) διδασκόμενα υπό τύπον διαλέξεων εις το «ομακόϊον», χωρίς να εκφέρουν γνώμην ή να φέρουν αντίρρησιν ή να συζητήσουν έπ’ αυτών. Δια τούτο και ακουσματικοί ελέγοντο. Τον ίδιον τον Πυθαγόραν δεν ηδύναντο ακόμη να ακούσουν διδάσκοντα.

Β’ Βαθμός: Διδάσκαλος. Από της στιγμής κατά την οποίαν προήγετο ο μαθητής εις τον Β’ βαθμόν, είχε το δικαίωμα να εισέρχεται εις την εσωτερικήν αυλήν της κατοικίας του Πυθαγόρου, να παρακολουθώ την διδασκαλίαν του και να διδάσκη και αυτός τους μαθητάς και τους λοιπούς ομοιοβάθμους του· εισήγετο δηλαδή εις την τάξιν των εσωτερικών, ενώ μέχρι τούδε ανήκαν εις την τάξιν των εξωτερικών, οι του βαθμού τούτου εκλήθησαν και μαθηματικοί, διότι κυριον έργον των ήτο η προαγωγή των μαθημάτων. Ήσαν δε ταύτα η αριθμητική, η γεωμετρία, η μουσική, η αστρονομία και εν γένει η φυσική. Εις τον βαθμόν τούτον ήρχιζεν η διδασκαλία των απορρήτων. Ο νεόφυτος διδάσκαλος ήκουε παρ’ αυτού του Πυθαγόρου τας καθαρώς επιστημονικάς δοξασίας του. Οι αριθμοί, ως έννοιαι φιλοσοφικαί αλλά και ως μυστηριώδεις δυνάμεις, τα μαθηματικά εν γένει και η αστρονομία ήσαν το κύριον μέλημα των εσωτερικών ή μαθηματικών κληθέντων.
Με την μύησιν του Β’ βαθμού διελύετο η προ των οφθαλμών του μεμυημένου ομίχλη και το πνεύμα του έβλεπε τα πράγματα καθαρώτερα παρά πρότερον. Εις τον Β’ βαθμόν έμενον επί τρία έτη, μετά την πάροδον των όποιων προήγοντο εις τον Γ’ βαθμόν.

Γ’ Βαθμός: Τέλειος διδάσκαλος. Εις τον βαθμόν τούτον οι Πυθαγόρειοι έγίνσντο πλέον τέλειοι διδάσκαλοι και εκαλούντο Φυσικοί η Σεβαστικοί. Ό,τι απόρρητον είχεν ο Πυθαγόρας εδίδασκεν αυτούς. Δεν είχε πλέον να κρύψη τίποτε, διότι ηδύναντο να κατανοήσουν πάσαν γνώσιν της επιστήμης και να ερμηνεύσουν αυτήν. Κύριον έργον των ήτο η εποπτεία της Σχολής και η διδασκαλία. Αλλά συγχρόνως εμυούντο εις τα μυστήριο: της φύσεως και της αστρονομίας και της συναφούς προς ταύτην αστρολογίας, η όποια έργον έχει να εξετάση τι φαίνεται εις τον ουρανόν εκ της τιμιωτάτης και θειοτάτης τάξεως.

Πλην τούτων εμυούντο οι του Γ’ βαθμού εις τας περί ψυχής δίξασίας του διδασκάλου και τας θρησκευτικάς τοιαύτας. Η περί αθανασίας της ψυχής δοξασία και η μετ’ αυτής συνδεόμενη ιδέα, της ανταποδόσεως ήσαν το τέρμα της διδασκαλίας και της μυήσεως του βαθμού τούτου.

Οι μεμυημένοι ήσαν τέλειοι διδάσκαλοι. Αλλά ήταν και μύσται, όπως ο σοφός Σάμιος; Όχι, βεβαίως. Εκ των Πυθαγορείων ουδείς έφθασε τον βαθμόν τούτον. Φιλόσοφοι έγιναν (λ.χ. ο Φιλόλαος και άλλοι), αναμορφωταί κοινωνιών εγιναν (λ.χ. ο Χαρώνδας, ο Ζάμολξις κλπ.). Μύσται όμως, κανείς. Διότι η μύησις της διανοίας, πράγμα το όποιον εξηρτάτο από τον Πυθαγόραν, εγίνετο εις τον Β’ και Γ’ βαθμόν η μύησις όμως της θελήσεως δεν ήτο κατορθωτή, διότι, απλούστατα, δεν εξηρτάτο από τον διδάσκαλοι. Ήτο ιδεώδες, έχον σχέσιν στενήν προς το άτομον. Δια τούτο δυνάμεθα περί του μύστου να είπωμεν : ο μύστης γεννάται, δεν γίνεται.



Εγκυκλοπεδικό λεξικό «ΗΛΙΟΥ»