Errico Malatesta (GR/EN)

Day 1,485, 06:43 Published in Greece Switzerland by Yuliy Tsederbaum
I'm Not Awake Yet



Ο Ερρίκο Μαλατέστα (Errico Malatesta, 14 Δεκεμβρίου 1853- 22 Ιουλίου 1932) ήταν Ιταλός αναρχικός. Μεγάλο μέρος της ζωής βρισκόταν σε εξορία από την πατρίδα του, την Ιταλία και συνολικά πέρασε πάνω από δέκα χρόνια στην φυλακή. Έγραψε και εξέδωσε ριζοσπαστικές εφημερίδες ενώ ήταν φίλος του Μιχαήλ Μπακούνιν.

Τα πρώτα χρόνια

Ο Μαλατέστα γεννήθηκε στην Σάντα Μαρία Κάπουα Βέτερε, στην επαρχία της Καζέρτα στη Νότια Ιταλία. Η πρώτη από μια σειρά συλλήψεων ήρθε στα δεκατέσσερά του, όταν συνελήφθη επειδή με ένα γράμμα που έγραψε, παραπονέθηκε στο βασιλιά Βίκτωρα Εμμανουήλ Β΄ για την αδικία που επικρατούσε στην περιοχή.

Ο Μαλατέστα αρχικά σπούδαζε φαρμακευτική στο Πανεπιστήμιο της Νάπολης- ωστόσο, απεβλήθη το 1871 επειδή συμμετείχε σε διαδήλωση. Την ίδια χρονιά, εν μέρει από τον ενθουσιασμό του για την Παρισινή Κομμούνα και εν μέρει για την φιλία του με τον Carmel Palladino, συμμετείχε στην πολιτική ομάδα της Νάπολης για την Πρώτη Διεθνή, ενώ έγινε αυτοδίδακτος μηχανικός και ηλεκτρολόγος. Το 1872 συνάντησε το Μιχαήλ Μπακούνιν, μαζί με τον οποίο συμμετείχε στην Αναρχική Διεθνή του St. Imier. Για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, ο Μαλατέστα προπαγάνδισε τις απόψεις της Διεθνούς στην Ιταλια και φυλακίστηκε δυο φορές για αυτές του τις δραστηριότητες.

Τον Απρίλιο του 1887, ο Μαλατέστα, ο Κάρλο Καφιέρo, o Ρώσος Στέπνιακ και περίπου 30 άλλοι ξεκίνησαν μια εξέγερση στην επαρχία Μπενεβέντο, παίρνοντας τα χωριά του Λέτινο και Γκάλλο αμαχητί. Οι επαναστάτες έκαψαν τα φορολογικά κατάστιχα και κήρυξαν το τέλος της βασιλικής κυριαρχίας, ενώ είχαν μεγάλη λαϊκή υποστήριξη αφού ακόμα και ένας παπάς της περιοχής έδειξε τη συμπαράστασή του. Όταν έφυγαν από το Γκάλλο, συνελήφθησαν από δυνάμεις της κυβέρνησης και κρατήθησαν για δεκαέξι μήνες πριν αποσυρθούν οι κατηγορίες. Οι ριζοσπάστες, έπειτα από μια σειρά επιθέσεων στην ιταλική βασιλική οικογένεια και στους υποστηριχτές της, βρισκόταν υπό συνεχή παρακολούθηση από την αστυνομία. Ο Μαλατέστα, με το να είναι υποστηριχτής της σοσιαλιστικής επανάστασης, τέθηκε υπό παρακολούθηση παρά το γεγονός ότι οι αναρχικοί υποστήριξαν ότι δεν είχαν καμιά σχέση με τις επιθέσεις. Μετά που γύρισε στη Νάπολη και λόγω αυτών των συνθηκών, αναγκάστηκε να φύγει από την Ιταλία για να επακολουθήσει μια μακρά περίοδος εξορίας.

Εξορία

Πήγε στην Αίγυπτο, όπου επισκέφτηκε κάποιους Ιταλούς φίλους αλλά σύντομα εκδιώχθηκε από τον Ιταλό πρόξενο. Επιβιβάστηκε σε ένα πλοίο και αφού του αρνηθήκανε την είσοδο στη Συρία, στη Τουρκία και στην Ιταλία, αποβιβάστηκε στη Μασσαλία απ' όπου και πήρε το δρόμο για τη Γενεύη της Ελβετίας –η οποία τότε ήταν κάτι σαν κέντρο αναρχικών. Εκεί έδρασε μαζί με τους Élisée Reclus και τον Πέτρο Κροπότκιν, βοηθώντας τον τελευταίο στην έκδοση του περιοδικού L' Anarchia, ωστόσο σύντομα απελάθηκε και από την Ελβετία, και τελικά ταξίδεψε στο Λονδίνο το 1880, διαμέσου της Ρουμανίας, του Παρισιού και του Βελγίου.

Στο Λονδίνο ο Μαλατέστα εργάστηκε ως πωλητής παγωτού και ως μηχανικός, ενώ συμμετείχε το 1881 στη συνέλευση της Διεθνούς, που γέννησε την Αναρχική Διεθνή του St. Imier.



Πήγε να πολεμήσει τους Άγγλους αποικοκράτες στην Αίγυπτο το 1882 και μυστικά επέστρεψε στην Ιταλία τον επόμενο χρόνο. Στη Φλωρεντία ίδρυσε την εβδομαδιαία αναρχική εφημερίδα La Questione Sociale (Το Κοινωνικό Ζήτημα) στην οποία εμφανίστηκε η πιο δημοφιλής του μπροσούρα, Fra Contadini (Μεταξύ Αγροτών). Ο Μαλατέστα πήγε πίσω στην Νάπολη το 1884 - αφού εξέτισε μια ποινή τριών ετών- για να περιθάλψει τα θύματα της επιδημίας χολέρας. Για ακόμα μια φορά έφυγε από την Ιταλία για να γλυτώσει την φυλάκιση, και πήγε στην Νότια Αμερική. Έζησε στο Μπουένος Άιρες από το 1885, όπου συνέχισε την έκδοση της La Questione Sociale, αναμίχθηκε στην ίδρυση της πρώτης μαχητικής ένωσης εργατών στην Αργεντινή, την Ένωση Αρτοποιών, και διαμόρφωσε τον αναρχικό χαρακτήρα των εργατικών κινητοποιήσεων στη χώρα για τα επόμενα χρόνια.

Επιστρέφοντας στην Ευρώπη το 1889, εξέδωσε εφημερίδα που ονομαζόταν L'Associazione στη Νίκαια μέχρι που αναγκάστηκε να φύγει για Λονδίνο. Για τα επόμενα οχτώ χρόνια ο Μαλατέστα έδρασε στο Λονδίνο, αλλά έκανε κρυφά ταξίδια στο Παρίσι, την Ελβετία και την Ιταλία, ενώ έκανε μια περιοδεία διαλέξεων στην Ισπανία με τον Φερνάντο Ταρίντα ντελ Μαρμόλ. Αυτή την περίοδο έγραψε αρκετές σημαντικές μπροσούρες, συμπεριλαμβανομένης της L'Anarchia. Ο Μαλατέστα έπειτα πήρε μέρος στο Διεθνές Συνέδριο Αναρχικών στο Άμστερνταμ το 1907, όπου διαμάχησε έντονα με τον αναρχοσυνδικαλιστή Πιερ Μονά για τη σχέση ανάμεσα στον αναρχισμό και στον συνδικαλισμό (Αναρχοσυνδικαλισμός). Ο τελευταίος πίστευε ότι ο συνδικαλισμός ήταν επαναστατικός και θα μπορούσε να δημιουργήσει τις συνθήκες της κοινωνικής επανάστασης, ενώ ο Μαλατέστα θεωρούσε ότι δεν ήταν ικανός. Ο Μαλατέστα πίστευε ότι οι συνδικαλιστικές ενώσεις ήταν ρεφορμιστικές και μπορούσαν να γίνουν ακόμα και συντηρητικές. Μαζί με τον Κρίστιαν Κορνέλισσεν παρέθεσαν ως παράδειγμα τα εργατικά συνδικάτα των ΗΠΑ, όπου συνδικαλιστικές ενώσεις απαρτιζόμενες από τους ικανότερους εργάτες μερικές φορές αντιτίθεντο στους λιγότερο ικανούς, για να αμυνθούν την προνομιακή τους θέση. Το 1912, μια συκοφαντική κατηγορία είχε ως αποτέλεσμα τρίμηνη φυλάκιση, και παραπομπή προς απέλαση. Όμως δεν απελάθηκε, ως αποτέλεσμα της καμπάνιας από τον ριζοσπαστικό τύπο και των διαδηλώσεων εργατικών οργανώσεων.



Η επιστροφή και ο θάνατος

Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ο Μαλατέστα επέστρεψε οριστικά στην Ιταλία. Δυο χρόνια μετά τον γυρισμό του, το 1921, η ιταλική κυβέρνηση τον φυλάκισε ξανά, αν και αφέθηκε ελεύθερος δυο μήνες πριν οι φασίστες ανέβουν στην εξουσία. Από το 1924 μέχρι το 1926, όταν ο Μπενίτο Μουσολίνι φίμωσε όλα τα ανεξάρτητα μέσα, ο Μαλατέστα, παρόλο που δεχόταν απειλές και η δημοσιογραφία βρισκόταν υπό κυβερνητική λογοκρισία, δημοσίευσε το περιοδικό Pensiero e Volontà. Θα περνούσε τα εναπομείναντα χρόνια του έχοντας μια σχετικά ήρεμη ζωή, βγάζοντας τα προς το ζην ως ηλεκτρολόγος. Αφού υπέφερε αρκετά χρόνια από το αδύναμο αναπνευστικό του σύστημα, ανέπτυξε βρογχοπνευμονία από την οποία και πέθανε έπειτα από μερικές εβδομάδες. Πέθανε την Παρασκευή 22 Ιουλίου του 1932.



Errico Malatesta (December 14, 1853– July 22, 1932) was an Italian anarcho-communist. He was an insurrectionary anarchist early in his life. He spent much of his life exiled from his homeland of Italy and in total spent more than ten years in prison. He wrote and edited a number of radical newspapers and was also a friend of Mikhail Bakunin. He was an enormously popular figure in his time. According to journalist Brian Doherty, "Malatesta could get tens of thousands, sometimes more than 100,000, fans to show up whenever [he] arrived in town."

Malatesta was born in Santa Maria Capua Vetere, in the province of Caserta (southern Italy). The first of a long series of arrests came at just fourteen, when he was apprehended for writing a letter to King Victor Emmanuel II that complained about local injustice.

Malatesta was introduced to Mazzinian Republicanism while studying medicine at the University of Naples; however, he was expelled from the university in 1871 for joining a demonstration. Partly via his enthusiasm for the Paris Commune and partly via his friendship with Carmelo Palladino, he joined the Naples section of the International Workingmen's Association that same year, as well as teaching himself to be a mechanic and electrician. In 1872 he met Mikhail Bakunin, with whom he participated in the St Imier congress of the International. For the next four years, Malatesta helped spread Internationalist propaganda in Italy; he was imprisoned twice for these activities.

In April 1877, Malatesta, Carlo Cafiero, the Russian Stepniak and about 30 others started an insurrection in the province of Benevento, taking the villages of Letino and Gallo without a struggle. The revolutionaries burned tax registers and declared the end of the King's reign, and were met by enthusiasm: even a local priest showed his support. After leaving Gallo, however, they were arrested by government troops and held for sixteen months before being acquitted. After a number of terroristic attacks on the Italian royal family and their supporters, the radicals were kept under constant surveillance by the police. Even though the anarchists claimed to have no connection to the attacks, Malatesta, being an advocate of social revolution, was included in this surveillance. After returning to Naples, he was forced to leave Italy altogether because of these conditions, beginning a long period of exile.

He went to Egypt briefly, visiting some Italian friends but was soon expelled by the Italian Consul. After working his passage on a French ship and being refused entry to Syria, Turkey and Italy, he landed in Marseille where he made his way to Geneva in Switzerland– then something of an anarchist centre. Here he befriended Elisée Reclus and Peter Kropotkin, helping the latter to produce La Révolte. However, he was soon expelled from Switzerland, and eventually travelled to London in 1880, passing through Romania, Paris and Belgium.

London

In London, Malatesta worked as an ice cream seller and a mechanic, and participated in the 1872 congress of the International, which gave birth to the Anarchist St. Imier International.

He went to fight the British colonial troops in Egypt in 1882, then secretly returned to Italy the following year. In Florence he founded the weekly anarchist paper La Questione Sociale (The Social Question) in which his most popular pamphlet, Fra Contadini (Among Farmers), first appeared. Malatesta went back to Naples in 1884—while waiting to serve a three year prison term—to nurse the victims of a cholera epidemic. Once again, he fled Italy to escape imprisonment and went to South America. He lived in Buenos Aires in 1885, where he resumed publication of La Questione Sociale, and was involved in the founding of the first militant workers' union in Argentina, the Bakers Union, and left an anarchist impression in the workers' movements there for years to come.

Returning to Europe in 1889, he published a newspaper called L'Associazione in Nice until he was forced to flee to London. For the next eight years Malatesta was based in London, but made clandestine trips to France, Switzerland and Italy and went on a lecture tour of Spain with Fernando Tarrida del Mármol. During this time he wrote several important pamphlets, including L'Anarchia. Malatesta then took part in the International Anarchist Congress of Amsterdam (1907), where he debated in particular with Pierre Monatte on the relation between anarchism and syndicalism (or trade-unionism). The latter thought that syndicalism was revolutionary and would create the conditions of a social revolution, while Malatesta considered that syndicalism by itself was not sufficient.[2] Malatesta thought that trade-unions were reformist, and could even be, at times, conservative. Along with Christiaan Cornelissen, he cited as example US trade-unions, where trade-unions composed of qualified workers sometimes opposed themselves to non-qualified workers in order to defend their relatively privileged position.[2] In 1912, Malatesta appeared in Bow Street Police Court on a criminal libel charge, which resulted in a 3 month prison sentence, and his recommendation for deportation. This order was quashed following campaigning by the radical press and demonstrations by workers organisations.

After the First World War, Malatesta eventually returned to Italy for the final time. Two years after his return, in 1921, the Italian government imprisoned him, again, although he was released two months before the fascists came to power. From 1924 until 1926, when Benito Mussolini silenced all independent press, Malatesta published the journal Pensiero e Volontà, although he was harassed and the journal suffered from government censorship. He was to spend his remaining years leading a relatively quiet life, earning a living as an electrician. After years of suffering from a weak respiratory system and regular bronchial attacks, he developed bronchial pneumonia from which he died after a few weeks, despite being given 1500 litres of oxygen in his last five hours. He died on Friday, 22 July 1932.