Η ΑΛΕΠΟΎ ΚΑΙ ΤΑ ΛΙΟΝΤΆΡΙΑ

Day 2,583, 02:10 Published in Greece Greece by Absolutus Perfectus Idanicus V
«Η ΑΛΕΠΟΎ ΚΑΙ ΤΑ ΛΙΟΝΤΆΡΙΑ»


Πολλά χρόνια πριν, όταν ο άνθρωπος δεν είχε ακόμα κατακτήσει τη γη, υπήρχε ένα μεγάλο ορεινό δάσος. Είχε δέντρα ψηλά, που κρατούσαν τα φύλλα τους σε κάθε εποχή, και άλλα, που με τον πρώτο αέρα άφηναν τα φύλλα τους να ταξιδέψουν μακριά. Ποτάμια, που διαιρούνταν σε μικρότερα ή σχημάτιζαν όμορφους καταρράκτες, ξεδιψούσαν τα ζώα. Ξέφωτα, που έμοιαζαν με τις πεδιάδες του κάμπου, συμπλήρωναν το τοπίο. Ήταν ένα δάσος γεμάτο ήχους, χρώματα και ζωή, με ομορφιά τέτοια, που θα συγκινούσε τον καθένα.
Σε αυτό το τόσο εύφορο δάσος, όπως είναι φυσικό, είχαν βρει σπίτι αναρίθμητα ζώα και, όπως είναι επίσης λογικό, είχαν και βασιλιά. Όλη η περιοχή βρισκόταν υπό την εποπτεία μιας αγέλης λιονταριών με αρχηγό τους ένα γέρικο, αλλά αρκετά δυνατό λιοντάρι. Ο βασιλιάς ήταν το πιο σοφό ζώο του δάσους και γνώριζε ότι, για να παραμείνει το δάσος εύφορο, έπρεπε να υπάρχει σεβασμός ανάμεσα στα ζώα, ακόμα και σε αυτά που η ίδια τους η φύση τα ήθελε θανάσιμους και αιώνιους εχθρούς. Έτσι, λοιπόν, δημιούργησε νόμους και τους επέβαλε σε όλα τα ζώα αδιακρίτως. Οι νόμοι αυτοί ήταν μάλλον δίκαιοι και ίσως περισσότερο… υπέρ των αδυνάτων, αλλά τους ασπάστηκαν όλοι, γιατί ήταν ξεκάθαρο από την αρχή πως θα διατηρούσαν τις ισορροπίες στην περιοχή.
Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να παραθέσω μερικούς από αυτούς τους νόμους, όσο ακόμα τους θυμάμαι, για να δείξω το μεγαλείο της σοφίας αυτού του ζώου:

«Κάθε πλάσμα θα πρέπει μόνο του να φροντίζει για την τροφή του ή άλλες ανάγκες που πιθανώς εμφανιστούν, εκτός εάν αδυνατεί. Σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει να φροντίζουν γι’ αυτό οι όμοιοί του.»
«Κάθε αρπακτικό ή κυνηγός θα κυνηγάει μόνο όσο χρειάζεται και δεν θα αποθηκεύει τροφή για τις επόμενες μέρες.»
«Οι περιοχές γύρω από τη λίμνη θα είναι άσυλο για τα θηράματα, ώστε ήσυχα να μπορούν να ξεδιψάσουν.»
«Απαγορεύεται το κυνήγι τις ώρες της νύχτας για όλα τα σαρκοφάγα, εκτός εάν προσπάθησαν και απέτυχαν να εξασφαλίσουν την τροφή τους κατά τη διάρκεια της ημέρας.»
«Απαγορεύεται οποιαδήποτε μεταβολή στο περιβάλλον και τη φυσική διαμόρφωση του δάσους, εκτός από τις αναγκαίες για τη δημιουργία καταφυγίου.»
«Απαγορεύεται η άσκοπη κατανάλωση πόρων.»

Τέτοιοι περίπου ήταν όλοι οι νόμοι και ήταν σοφοί, αφού όλα τα πλάσματα του δάσους ζούσαν ευτυχισμένα και αρμονικά.

* * * * * * *
Σε μια γωνιά του βασιλείου ζούσε και μια νεαρή αλεπού. Η αλεπού ήταν το πιο πεισματάρικο και το πιο πονηρό πλάσμα του δάσους. Όποτε ήθελε κάτι, κανείς δεν μπορούσε να την αποτρέψει απ’ το να το αποκτήσει. Έβαζε την πονηριά της να δουλέψει και πετύχαινε το σκοπό της, ακόμα και αν έφερνε την καταστροφή. Ποτέ δεν την ένοιαξαν οι συνέπειες. Την ένοιαζε μόνο ο εαυτός της.
Αυτό, όμως, που αγαπούσε ακόμα περισσότερο και από τον εαυτό της, ήταν η ομορφιά του δάσους. Αυτό που αντιπαθούσε περισσότερο ήταν να προσπαθούν να της επιβάλλουν κάτι. Γι’ αυτό και μισούσε τόσο πολύ τα λιοντάρια και τους νόμους τους. Η αλήθεια είναι ότι ήξερε πως ήταν δίκαιοι και ότι κανένας τους δεν έθιγε πραγματικά τα συμφέροντά της. Όπως είπαμε, όμως, το πείσμα της δεν το έφτανε κανείς, για αυτό και είχε βαλθεί να τους καταργήσει. Και αυτός… έγινε ο κύριος στόχος της για πολύ καιρό.
«Σιγά μη μου πούνε εμένα τι θα κάνω… Ό, τι θέλω και ό, τι με ευχαριστεί! Αυτό θα κάνω!»
Τέτοιες κουβέντες μονολογούσε κάθε μέρα και κατέστρωνε, από την ώρα που ξύπναγε έως την ώρα που έπεφτε να κοιμηθεί, τα σχέδια της.

* * * * * * *
Μια ηλιόλουστη μέρα, καθώς είχε ανέβει σε έναν βράχο να αγναντέψει τα όμορφα τοπία του δάσους, είδε σε ένα ξέφωτο μακριά την αγέλη των λιονταριών. Κάποια από αυτά είχαν ξαπλώσει και απολάμβαναν τον ήλιο, ενώ άλλα επιδίδονταν στο αγαπημένο τους παιχνίδι, να μάχονται μεταξύ τους δυνατά και περήφανα. Καθώς τα παρατηρούσε για ώρα η αλεπού από το βράχο και χωρίς να το πολυσκεφτεί, κατέστρωσε ένα τρομερό σχέδιο και περήφανη όσο ποτέ για τη πονηριά της, έφυγε αμέσως για να το θέσει σε εφαρμογή.
Από εκείνη τη στιγμή, εγκαταστάθηκε σε μια κουφάλα δέντρου, δίπλα ακριβώς από την πηγή που πήγαιναν τα λιοντάρια να πιουν νερό. Μια μέρα, η αλεπού πρόσεξε πως ένα από τα αρσενικά ενήλικα λιοντάρια έμεινε πίσω μόνο του. Το πλησίασε και στάθηκε να το παρατηρεί έντονα από πάνω έως κάτω.
«Γιατί στέκεσαι και με κοιτάς; Άλλη δουλειά δεν έχεις να κάνεις;», είπε το λιοντάρι ενοχλημένο από το έντονο βλέμμα της αλεπούς. Η αλεπού άρχισε να περιφέρεται αργά γύρω του και να τον περιεργάζεται.
«Απλά είμαι πολύ περίεργη… Εγώ νόμιζα πως ο αρχηγός της κάθε αγέλης είναι ο πιο δυνατός, αλλά εσύ μου φαίνεσαι πολύ πιο δυνατός απ’ τον γεροβασιλιά… Αναρωτιέμαι τι είναι αυτό που φοβάσαι και δεν τον προκαλείς σε μονομαχία για την αρχηγία… Αλλά τι ανακατεύομαι; Τι ξέρω εγώ; Δεν είναι δική μου δουλειά…», απάντησε η αλεπού και γύρισε βιαστικά στην κουφάλα του δέντρου.
Είχε βρει το αδύναμο σημείο του. Βλέπετε, τα λιοντάρια, μπορεί να είναι πολύ δυνατά πλάσματα, αλλά φημίζονται περισσότερο για την περηφάνια τους. Να, λοιπόν, ποιο ήταν το σχέδιο της αλεπούς! Κάθε φορά που έβλεπε κάποιο από τα λιοντάρια να περιφέρεται μόνο του, έπιανε τον ίδιο διάλογο. Φούντωνε τα νεύρα και την περηφάνια του λιονταριού και έφευγε βιαστικά, από τη μία, για να μην το αφήσει να απαντήσει και ξεφουντώσει, και από την άλλη, μην τυχόν και φάει καμιά ανάποδη στα καλά του καθουμένου.

* * * * * * *
Σύντομα, η διεκδίκηση της ηγεσίας στην αγέλη έγινε η επιθυμία όλων των νεαρών και εύρωστων λιονταριών, που δεν ήταν λίγα και ήταν όλα φουσκωμένα από υπερηφάνεια. Όλα έδειχναν πως θα ξεσπάσει εμφύλια διαμάχη και πως θα ήταν καταστροφική, αφού κανένας τους δεν υποχωρούσε. Ο βασιλιάς έβλεπε ποια ήταν η κατάσταση. Έπρεπε να βρει άμεσα κάποια λύση για το καλό όλων. Πίστευε πως ήταν ο καταλληλότερος για την ηγεσία, αλλά ήξερε ότι αν προσπαθούσε να κρατήσει τη θέση του, πολλοί από τους συντρόφους του θα χάνονταν. Αφού ζύγισε καλά-καλά την κατάσταση, έπραξε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
«Καταλαβαίνω τη φιλοδοξία του καθενός σας και τη σέβομαι. Όπως επίσης, αναγνωρίζω πως καθένας από εσάς έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει την ηγεσία και κανένας από εσάς δε θα δεχτεί να αρνηθεί αυτό του το δικαίωμα… Βέβαια, αυτό σημαίνει πως αυτός που θα αναδειχθεί σήμερα νικητής, θα είναι βασιλιάς μόνο σε θηλυκά και σε ανήλικα λιοντάρια, αφού θα είναι ο μόνος από τους αρσενικούς που θα έχει επιβιώσει… Θα έχει σκοτώσει κάθε φίλο, αδερφό και σύντροφο, και θα βασιλέψει, σκοτεινός και άσπλαχνος, στο τίποτα που θα έχει κερδίσει… Εγώ, λοιπόν, έχω να προτείνω μία λύση που θα διώξει τη σκιά του θανάτου από πάνω μας… Προτείνω να χωρίσουμε το δάσος και την αγέλη σε τόσα μέρη, όσα είναι οι διεκδικητές. Έτσι, θα βασιλέψουν όλοι, χωρίς να χρειαστεί να σκοτώσουμε ο ένας τον άλλον.».
Δεν πρόλαβε να τελειώσει την ομιλία του και όλοι είχαν ήδη συμφωνήσει με την πρόταση του. Σε λίγες μόλις ημέρες, το δάσος είχε χωριστεί σε περιοχές επιρροής η καθεμία με τον αρχηγό και το λαό της. Έτσι, λοιπόν, αποφεύχθηκε η αιματοχυσία και όλοι επέστρεψαν σε μια ήρεμη καθημερινότητα.

* * * * * * *
Το σχέδιο της αλεπούς είχε απόλυτη επιτυχία, καθώς με το διαχωρισμό, η αγέλη αποδυναμώθηκε και μαζί της αποδυναμώθηκε και η ισχύς των νόμων. Η αλεπού ήταν ελεύθερη πλέον να κάνει ό, τι την ευχαριστούσε, χωρίς να έχει ούτε μία επίπτωση και έδειχνε απόλυτα ευχαριστημένη με την καινούρια αυτή κατάσταση. Είχε ξεκινήσει μία νέα περίοδος στη ζωή της, όπου κανείς δε θα την υποχρέωνε σε συγκεκριμένες συμπεριφορές και πράξεις, παρά μόνο η θέλησή της.
Οι εποχές άλλαζαν και όλα κυλούσαν ήρεμα. Το δάσος είχε αρχίσει να βρίσκει και πάλι τους ρυθμούς του και τα ζώα τελείωναν τις ετοιμασίες τους για το νέο χειμώνα που ερχόταν. Έφερνε κάθε φορά μαζί του την παγωνιά και σκέπαζε την περιοχή με πολύ χιόνι και γι’ αυτό το λόγο, τα ζώα κρυβόντουσαν στις φωλιές τους για να προστατευθούν. Αυτή τη φορά, όμως, ο χειμώνας επεφύλασσε έναν νέο κίνδυνο για το δάσος. Μόλις ο χειμώνας ήρθε και το χιόνι σκέπασε κάθε σπιθαμή γης του δάσους, εμφανίστηκε μία μεγάλη αγέλη λύκων.
Οι λύκοι είναι ζώα τρομακτικά. Αιμοδιψή κτήνη που κυνηγούν όλα μαζί, μέρα και νύχτα. Άναρχα πλάσματα, χωρίς καμία εκτίμηση για τη ζωή. Έβρισκαν περισσότερο ενδιαφέρον στο να σκοτώνουν και να καταστρέφουν, παρά στο να τρέφονται. Όρμησαν πεινασμένοι στο δάσος, σκότωναν και έτρωγαν ό, τι έβρισκαν στο διάβα τους. Ξετρύπωναν τα ζώα από τις φωλιές τους και τις κατέστρεφαν, μόνο και μόνο για τη διασκέδασή τους και έσπερναν τον φόβο και τη φρίκη μες στο δάσος. Ήταν ένας ορμητικός χείμαρρος που ούτε τα λιοντάρια δεν μπορούσαν να τον σταματήσουν. Τουλάχιστον… όχι έτσι χωρισμένα, όπως ήταν.
Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, το δάσος άρχισε να μοιάζει νεκρωμένο και έρημο. Το κυνήγι είχε σταματήσει. Κανείς δεν τολμούσε να βγει από την κρυψώνα του, ούτε να πάει στο ποτάμι να ξεδιψάσει.

* * * * * * *
«Μπορεί τα λιοντάρια να ήταν αυταρχικά και να είχαν επιβάλει ένα σωρό νόμους, αλλά τότε εγώ δεν ήμουν συνεχώς κρυμμένη σε κουφάλες δένδρων και τρύπες στη γη για να γλιτώσω. Τότε ήμουν πραγματικά ελεύθερη, γιατί δεν κινδύνευα σε κάθε μου βήμα… Ωχ, τι έκανα! Στάθηκα αχάριστη και φέρθηκα άδικα σε αυτούς που τόσα χρόνια με προστάτευαν, εμένα και το δάσος που τόσο αγαπώ!», σκέφτηκε λυπημένη η αλεπού. Είχε καταλάβει πια ότι έπρεπε τα λιοντάρια να ενωθούν και πάλι και να επαναφέρουν τους νόμους, που τους προστάτευαν όλους. Μόνο τώρα κατάλαβε την αξία τους.
«Η πονηριά μου τους χώρισε και μόνο η πονηριά μου μπορεί να ξαναενώσει την αγέλη.». Για άλλη μια φορά, η αλεπού ήξερε ακριβώς ποιες θα έπρεπε να είναι οι επόμενες ενέργειές της. Φυσικά, δε θα ήταν τόσο εύκολο με όλους αυτούς τους λύκους που κυνηγούσαν ό, τι έβλεπαν να ξεπροβάλλει, αλλά η αλεπού ήταν αποφασισμένη, και όπως είπαμε, αν έβαζε κάτι στο μυαλό της, δε σταματούσε μέχρι να το πετύχει!
Παρατήρησε, λοιπόν, πως οι λύκοι είχαν μία από τις πιο περίεργες συνήθειες που θα μπορούσε κανείς να συναντήσει. Κάθε βράδυ που η σελήνη γέμιζε, αλλά και μία ή δύο μέρες πριν και μετά από αυτό, οι λύκοι ξαγρυπνούσαν και αλυχτούσαν. Μόλις με το καλό ξημέρωνε, κουρασμένοι και βραχνιασμένοι έπεφταν για ύπνο σχεδόν αναίσθητοι. Τότε ήταν που έβγαινε η αλεπού, σιγά-σιγά για να μην την πάρουν είδηση, και προετοίμαζε το σχέδιό της.
Επισκέφθηκε πρώτα τα πιο γενναία και πιο περήφανα λιοντάρια… «Καλημέρα, περήφανε βασιλέα!», χαιρετούσε μεγαλοπρεπώς κάθε φορά προσδίδοντας κύρος σε κάθε ένα από αυτά και συνέχιζε παραπονιάρικα:
«Άλλο ένα πλούσιο σε τροφή πρωινό σε περιμένει! Σωστά; Αχ, αλίμονο σ’ εμάς, τα αδύναμα ζώα, που για να φάμε, παλεύουμε δύο και τρεις μέρες να βρούμε και τελικά, έρχονται οι λύκοι και μας το κλέβουν.»
«Τι σε κάνει να πιστεύεις, κυρά αλεπού, πως η δική μας μοίρα είναι διαφορετική; Μήπως δε συμβαίνει το ίδιο και σ’ εμάς;», ρώταγαν τα λιοντάρια εμφανώς καταπονημένα από την πείνα.
«Το λέω, γενναίε και περήφανε βασιλέα, γιατί βλέπω συχνά τον παλιό βασιλιά μας. Αυτός έχει κάθε μέρα να φάει και καμιά φορά, όταν του περισσεύει, δίνει και στους άλλους. Και αν δεν πιστεύεις στα λόγια μου, πήγαινε μόνος σου να το δεις με τα μάτια σου!».
Η αλεπού, φυσικά, είχε φροντίσει αυτές τις μέρες να υπάρχουν πολλά αποφάγια κοντά στην περιοχή του γεροβασιλιά. Όταν θα πήγαιναν –γιατί θα πήγαιναν!- να το δουν με τα μάτια τους τα υπόλοιπα λιοντάρια, θα την πίστευαν, θα ζήλευαν και παρακινούμενοι από τη μεγάλη τους πείνα, θα δήλωναν και πάλι υποταγή σε αυτόν. Με μία ενωμένη και πάλι αγέλη θα ήταν πολύ εύκολο να διώξουν τους λύκους από το δάσος.
Το σχέδιο εξελισσόταν ακριβώς όπως έπρεπε. Βέβαια, μέσα σε αυτές τις τρεις ημέρες, που η αλεπού διέσχιζε το δάσος, κόντεψε πολλές φορές να πέσει στα αιμοδιψή σαγόνια των λύκων και κάποιες άλλες, κινδύνεψε σοβαρά από κάποια… πολύ πεινασμένα λιοντάρια!
« … Αλήθεια σου λέω! Πήγαινε ζήτα τροφή απ’ τον γεροβασιλιά! Μη φας εμένα! Εγώ είμαι απλά περαστική! Άσε που είμαι και άνοστη! Αυτό που το πας;», φώναζε και ξαναφώναζε σκαρφαλωμένη πάνω σε ένα κλαδί. Ένα γεροδεμένο λιοντάρι κούναγε το δέντρο μπας και γλιστρήσει και την αρπάξει, αλλά μάταια. Τελικά, άκουσε τη συμβουλή της και έφυγε.
Παρά τους πολλούς κίνδυνους, η αλεπού κατάφερε να φέρει εις πέρας την αποστολή της. Ένωσε και πάλι τα λιοντάρια κάτω από έναν σοφό βασιλιά και ταυτόχρονα ενημέρωσε όλα τα πλάσματα του δάσους για τον επικείμενο πόλεμο με τους λύκους, ώστε να κρυφτούν και να τον αποφύγουν.

* * * * * * *
Δε θα μπορούσε να περιγραφεί με λέξεις η εικόνα της μάχης. Ακόμα και να προσπαθούσε κάποιος πολύ, δε θα πλησίαζε και πάλι αυτό που συνέβη στην πραγματικότητα. Τα λιοντάρια μπορεί να ήταν πολύ πιο δυνατά, αλλά ο αριθμός των λύκων υπερείχε συντριπτικά. Ήταν αδυσώπητες οι συγκρούσεις και κρατήσανε για μέρες. Κάθε πλευρά είχε όλο και περισσότερους νεκρούς και τραυματίες.
Το τελευταίο βράδυ του πολέμου βρήκε το στρατόπεδο των λιονταριών αποδεκατισμένο και όλα έδειχναν ότι με τη μέρα θα ερχόταν και ο αφανισμός τους. Παρά την εξάντληση, όμως, τα λιοντάρια δε λιγοψυχούσαν. Ήξεραν ότι το δάσος, που τόσες γενεές τους φρόντιζε, τώρα περισσότερο από κάθε άλλη φορά χρειαζόταν την προστασία τους. Δε σκόπευαν τώρα να του γυρίσουν την πλάτη και να παραδοθούν αμαχητί. Έτσι σκεφτόντουσαν και είχαν ήδη προετοιμαστεί, σίγουροι πια, πως η επόμενη θα ήταν η τελευταία τους ημέρα.
Η αλεπού είχε βρει ένα καταφύγιο, απ’ όπου παρακολουθούσε τις εξελίξεις του πολέμου. Αν και στην αρχή ήταν πεπεισμένη για την ενωτική δύναμη των λιονταριών, τώρα συνειδητοποιούσε πως έπρεπε να βοηθήσει και η ίδια, να κάνει κάτι δραστικό, αλλιώς όλα θα τελείωναν σύντομα, και μάλιστα, όχι με τον τρόπο που ήλπιζε.
Έστειλε, λοιπόν, ένα πτηνό να παραδώσει μήνυμα στα λιοντάρια λέγοντάς τους να περιμένουν ως την αυγή για να επιτεθούν ξανά. Για άλλη μια φορά, το πονηρό της μυαλό συνέλαβε μία τρομακτική στρατηγική. Έπρεπε μόνο να βιαστεί. Συγκέντρωσε όλους τους κάστορες του δάσους και τους διέταξε να εκτρέψουν το ποτάμι, έτσι ώστε ακριβώς τη στιγμή που θα βγει ο ήλιος, τα ορμητικά νερά του να πέσουν επάνω στο στρατόπεδο των λύκων. Αμέσως, κάλεσε όποιο πλάσμα ήταν ικανό να σκάψει και τους όρισε να κάνουν αρκετές υπόγειες στοές ώστε, όταν πέσει το βάρος των νερών, να υποχωρήσει το έδαφος. Τέλος, αποσύρθηκε ξανά στο παρατηρητήριό της, για να απολαύσει το έργο της.

* * * * * * *
Η πρώτη ηλιαχτίδα διέσχισε τις φυλλωσιές. Ένα δυνατό βουητό ξύπνησε απότομα τους λύκους, που έψαχναν με τα μάτια τους τρομαγμένοι για να καταλάβουν από πού έρχεται. Ερχόταν βιαστικά η πτώση της τυραννίας τους. Ένας μεγάλος χείμαρρος έπεσε πάνω τους κάνοντας το έδαφος να υποχωρήσει. Βρέθηκαν στη στιγμή εγκλωβισμένοι σε μια βαθιά τάφρο νερού. Όσοι κατάφεραν κολυμπώντας να φτάσουν στην ακτή, βρήκαν γρήγορο θάνατο από τα λιοντάρια που είχαν ορμήσει. Κανένας από τους λύκους δεν έμεινε ζωντανός και κανένα πλάσμα στο δάσος δεν τους λυπήθηκε, γιατί όλα ανεξαιρέτως είχαν βιώσει το μίσος και τις κτηνωδίες τους.
Τα λιοντάρια, μετά τη νίκη τους, ανέλαβαν ξανά την προστασία του δάσους και έφεραν πίσω τους νόμους τους. Τα πλάσματα του δάσους έζησαν ευτυχισμένα για πολλά χρόνια και ήταν περήφανα για τη συνδρομή τους στη μάχη. Μεγαλύτερη, όμως, υπερηφάνεια ένιωθαν για τους υπερασπιστές τους, τα λιοντάρια. Όλοι τώρα πια έβλεπαν την αλεπού σαν ηρωίδα και αυτή, φυσικά, φρόντισε να μη τους δώσει λόγο να αλλάξουν γνώμη!
Ο γεροβασιλιάς συνέχισε να ηγείται της αγέλης με σοφία, σύνεση και αγάπη. Κράτησε στο πλευρό του την αλεπού, για να τον συμβουλεύει… αλλά και για να την προσέχει! Αυτό, φυσικά, το κράτησε μόνο για τον εαυτό του, υποκρινόμενος ο σοφός βασιλιάς… άγνοια των γεγονότων!