Παραμύθ&iota ; σε στίχου&sig maf;

Day 2,387, 07:50 Published in Greece Greece by XIONIS

Μια φορά και έναν καιρό....


Η νύχτα πέφτει αργόσχολη στα αδειανά σοκάκια
κι είναι από κείνα τα βαριά, τα κρύα τα βραδάκια.
Η πόλη έχει πια κλειστεί, καθείς σε ένα καβούκι
και μόνο του, παράταιρο του Plato το κουτούκι.
Σα πλησιάσεις δε θα δεις στα τζάμια απ τη θολούρα
θα ακούσεις όμως τις φωνές και τη πολλή βαβούρα.
Είναι ένα στέκι απόμερο μα περιποιημένο
και έχει μενού ιντερνάσιοναλ και κάπως… τσιμπημένο.
Ο Plato είναι κοιλαράς με ένα παχιό μουστάκι.
Πώς να μην είναι άλλωστε? Το χει το παραδάκι.
Η πελατεία του πιστή. Του κάνει το χατίρι.
Τα φράγκα θα του τα σκαγαν, κι αν είχε και τσαντίρι.

Κάθε βραδάκι έρχεται κόσμος και τον στηρίζουν
Άγγλοι, Ταλιάνοι, Ισπανοί, μα κάποιοι ξεχωρίζουν.
Τρία παιδιά, Ελληνόπουλα που το χουν το μεράκι
το βράδυ να τα πίνουνε και γίναν παρεάκι.
Έτσι και τούτη η βραδιά τα βρήκε τα μορτάκια
να μερακλώνουν πίνοντας, να σπάνε ποτηράκια.
-¨Εβίβα μάγκες, σώστε τα, να τα ξαναγεμίσω.
Κερνώ. Έχω τα κέφια μου και θέλω να μεθύσω.¨
Τούτα τα λόγια τα λεγε ο ένας αεράτος.
Που τα βρισκε? Δεν ήξερες. Μα από λεφτά γεμάτος.
-¨Βρε συ που βρίσκεις τα λεφτά? Έκλεψες εκκλησία?¨
Του λεγε ο δεύτερος σιγά, με αποδοκιμασία.

-¨Δε βγάζεις την κουκούλα σου μα και το πανωφόρι
Άιντε! Δε θέλει και πολύ για να σε πουν τερρόρι¨.
Τα λόγια αυτά στο δεύτερο τα είπε αριστερά του
ο τρίτος που ήτανε σοφός. Το λέγαν τα χαρτιά του.
Αυτή είναι η παρέα μας και είναι διαλεγμένη
καζούρα πάντα έκαναν, μα πάντα αγαπημένοι.
Ποιοί είναι? Τώρα τι να πω? Εγώ, εσύ, κανένας.
Για διευκόλυνση όνομα, ας πάρει ένας ένας.
Τον πρώτο ας πούμε Κωνσταντή, τον δεύτερο έστω Γιάννη
Και για τη ρίμα την καλή τον τρίτο Ιορδάνη.

Έτσι περνούν τα βράδια τους σ αυτό το μαγαζάκι
μα υπάρχει και ένα μυστικό και ένα νταλκαδάκι.
Εκεί μόνο, δεν πήγαιναν γιατί είχαν τα άλλα ψώρα,
ούτε και για το φαγητό, μα για την σερβιτόρα.
Μια σερβιτόρα κόλαση με σώμα σαν μοντέλου
τέτοιο που να δικαιολογεί τη ζήλεια του Οθέλλου.
Ζαλίζουν οι καμπύλες της, φωτιά ειν η ματιά της,
σαν δυο κάστρα άπαρτα στέκονται τα βυζιά της.
Την σερβιτόρα έλεγαν στο όνομα Ελλάδα
κι οι μόρτες την λιγούρευαν σαν να ταν μαρμελάδα.
Όμως κανείς δεν έλεγε τον πόνο του στον άλλο
Μα το κρατούσανε κρυφό και μυστικό μεγάλο.

Και όπως γίνεται συχνά σ αυτές τις περιπτώσεις,
αν ο νταλκάς δεν ειπωθεί θα έχει επιπτώσεις.
Κι ήρθε η ώρα η κακή και η καταραμένη
που ο κράσος έρεε άφθονος και ήταν μεθυσμένοι.
Κρασί ζητά ο Κωνσταντής κι άλλο για το τραπέζι
Και από τον πόθο τον πολύ, το μάτι του να παίζει.
-¨Μάνα μου, πόσο θα θελα στα Αστέρια να σε πάω
και τα λεφτά στις τσέπες μου μαζί σου να τα φάω.¨
Μερακλωμένος ο Κωστής, το λέει στην Ελλάδα
Τους άλλους δυό τους έπιασε, σαν τα άκουσαν, ζαλάδα.

-¨Ρε συ τι Αστέρια λέει αυτός? Και τι λεφτά της τάζει?¨
Λέει ο Γιάννης με θυμό και την κουκούλα βγάζει.
-¨Κοντά τα χέρια σου Κωστή, από το γκομενάκι
πριν από σένα το χτισα εγώ το μαγαζάκι.
Και ήρθες σήμερα εσύ να γίνεις χορηγός της,
ενώ από την τσέπη μου έβγαινε ο μισθός της?
Πήγαινε αλλού με τα λεφτά και κάνε τον εμίρη
κι η πιάτσα όλη βούιξε που τα βρες κακομοίρη.¨
-¨Γιάννη για μίλα καθαρά, που θες να καταλήξεις?
Αυτά που λες για τα λεφτά θέλουν και αποδείξεις.
Πως το δες, πως σε ορίσαμε αγά στην κομπανία?
Αν θες παρέα πρόβατα, τράβα στην Κροατία.¨

Λόγια από δω, λόγια από κει, τα νεύρα τεντωμένα
και τα μανίκια σήκωναν, να ναι ετοιμασμένα.
Και εκεί που τα… μετράγανε, ποιος έχει τα πρωτεία
ο Ιορδάνης ξέσπασε και πάει η διαρχία.
-¨ Κι οι δυο σας είστε ανίκανοι, κι οι δυο σας αμαρτία.
Νομίζετε τα χάλια σας δεν ξέρει η κοινωνία?
Και οι δυο ζείτε στον κόσμο σας και εκεί και να κρυφτείτε
τέτοιο μωρό στο πλάι σας σε όνειρο θα δείτε.
Την ίδια να ρωτήσετε, τι θέλει, δεν τολμάτε.
Είναι βαριά η χυλόπιτα. Ξέρετε θα την φάτε.
Εγώ θα είμαι ο εκλεκτός και με διαδικασία,
όχι με πραξικόπημα ή με καλπονοθεία.¨

Να μη σας τα πολυλογώ έγινε φασαρία
ποτήρια σπάνε ολόγυρα, πιάτα ζεστά και κρύα.
Έπεφτε αδελφάκι μου, ξύλο με το τουλούμι
και γέλαγαν τα χάλια τους, Γάλλοι, Ιρλανδοί και Ούννοι.
Στο τέλος έπεσαν κι οι τρεις ξεροί και ματωμένοι,
κανείς δεν επικράτησε, ήταν κι οι τρεις χαμένοι.
Η σερβιτόρα έφυγε και δεν την ξαναείδαν
όσο και αν ερώτησαν, όσο κι αν ξαναπήγαν
Είναι καλά και δυνατή? Είναι ευτυχισμένη?
Σε ξένα χέρια έπεσε ή είναι βολεμένη?

Τώρα οι τρεις τους κάθονται χώρια πίνουν θλιμμένοι
Εμ, είναι και εγωιστές και μένουν μαλωμένοι.
Και να σας πω ακόμα αυτό και ύστερα να κλείσω
γιατί τις απορίες σας όλες θέλω να λύσω.
Κάποιοι λένε πως ρώτησαν την δόλια την κοπέλα,
ποιον απ τους τρεις θα διάλεγε να παίξει κούνια μπέλα.
Και τι θαρρείς απάντησε η πονηρή Ελλάδα?
¨Αν ήταν έξυπνοι κι οι τρεις ….θα κάναμε τετράδα¨.


Ετούτα είχα να σας πω με την συμπάθειά σας
για να τα λέτε στα παιδιά και στα δισέγγονά σας.
Τρεις οι μνηστήρες ήτανε για μια σερβιτόρα
Και από το γινάτι τους μας πήρε η κατηφόρα.




"Δεν είναι όλα τα πράγματα αστεία, αλλά ούτε τόσο σοβαρά, όσο φαίνονται."