Ένας από τους μύθους του Αλήιον (μέρος δεύτερο & τέλος)

Day 2,809, 00:46 Published in Greece Greece by Absolutus Perfectus Idanicus V

Ένας από τους μύθους του Αλήιον (μέρος δεύτερο & τέλος)


Όταν τον εγκατέλειψες παρά τα όσα έχει κάνει για εσένα στεναχωρήθηκε πολύ. Παρά τη προδοσία σου όμως αυτή με λυγμούς και δάκρυα προσευχόταν τους αθανάτους να σε λυπηθούνε και να σε σώσουνε από το βέβαιο χαμό που ξεκάθαρα σε περίμενε. Προσευχόταν για ώρες μέχρι που καταβεβλημένος αποκοιμήθηκε. Όταν ο πρωινός ήλιος εμφανίστηκε τελικά, σηκώθηκε πλήρως ανανεωμένος. Είχε αποφασίσει ότι αυτός τουλάχιστον θα σωζόταν. Σκέφτηκε πως με την ευχή θα μπορούσε να εξαφανιστεί από αυτό το τόπο και να βρισκόταν σε κάποιον άλλο πιο φιλόξενο αλλά αυτό δεν του έφτανε. Ήδη είχε αρχίσει να σέβεται το δώρο που του έκανα και δεν είχε σκοπό να με απογοητεύσει όπως εσύ. Πάλευε ώρες και μέρες με το μυαλό του παραμερίζοντας τα συναισθήματα και τις ανάγκες του μέχρι που κατέληξε στην απόφαση του. Είχε βρει πως θα μετέτρεπε το δώρο μου σε αυτόν, σε ευλογία και πραγματικό θαύμα όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για πολλούς ακόμα θνητούς. Έκλεισε τα μάτια του και πειθαρχώντας στη σκέψη του άρχισε να δημιουργεί. Αρχικά σκέφτηκε όλα τα πλάσματα που ζούσαν στην έρημο να είναι φίλοι του και να τους δένουν δεσμοί αμοιβαίας κατανόησης. Εν συνεχεία, Φαντάστηκε στον καμένο αυτό τόπο μία τεράστια κοιλάδα όμορφη και εύπορη γεμάτη ήρεμες και αστείρευτες πηγές. Θα ήταν κυκλωμένη από καταπράσινα βουνά που θα τη προστάτευαν από τις αμμοθύελλες και θα τη δροσίζανε από την υψηλή θερμοκρασία. Στο μέσο της θα υπήρχε ένα πανύψηλο χιονισμένο βουνό από όπου θα μπορούσε κανείς να εποπτεύσει τα πάντα και σε όλη την έκταση του τόπου θα φυτρώνανε διάσπαρτα δάση γεμάτα ζώα και αγρίμια. Τέλος, ένας μεγάλος ποταμός με πολλούς παραποτάμους θα τη διέσχιζαν αυτήν αλλά και την έρημο ολόκληρη προς το νότο, μέχρι που να χύνονταν στο ωκεανό τον οποίο αν θέλει να δει κάνεις πρέπει να ταξιδέψει μέρες ή και μήνες ολόκληρους. Μόλις ολοκλήρωσε τη εικόνα στο μυαλό του και αφού σιγουρεύτηκε πως τίποτα δεν του διέφευγε, έριξε το πέτρινο δάκρυ μου στο έδαφος και άνοιξε αργά τα μάτια του. Με συγκίνηση και δέος είδε την εικόνα που είχε φτιάξει με κόπο στο μυαλό του να παίρνει υλική υπόσταση εμπρός του. Μόλις ολοκληρώθηκε αυτό το θαύμα δεν αφιέρωσε χρόνο να ξεκουραστεί. Ξεδίψασε και άρχισε βιαστικά να φτιάχνει εργαλεία από ξύλο για να στήσει ένα κατάλυμα και να καλλιεργήσει τη γη, όπως κάθε προκομμένο πλάσμα θα έπραττε. Εγώ τώρα, ικανοποιημένος όπως είμαι από αυτόν το θνητό θα ταξιδέψω στα πέρατα του κόσμου για να ολοκληρώσω αυτό το έργο. Θα ψάξω και θα βρω άλλους άξιους θνητούς και θα τους φέρω εδώ, εάν το επιθυμούν, να γίνουν υπήκοοί του. Θα εξελιχτεί σε ευσεβή και συνετό βασιλέα και θα ζήσει μέχρι τα βαθιά του γεράματα. Όταν τελικά αποβιώσει, οι διάδοχοι του θα συνεχίσουν να βασιλεύουν με τις ίδιες αρετές μέχρι το τέλος του χρόνου ελπίζω.

Εσένα Ράθυμνε, με τη τόσο μαύρη καρδιά… Εσένα λοιπόν θα σε αφήσω εδώ. Όταν ξημερώσει θα είσαι ήδη νεκρός και το άψυχο κουφάρι σου θα προσελκύσει τα κτήνη να έρθουν και να το κατασπαράξουν. Αυτή είναι η μοίρα που σου αξίζει. >>